24 Απριλίου 2024

[η διαδρομή ρέμα Βαρελά – κορυφή Μαυροβουνίου, στο Νότιο Υμηττό, 23.04.2024]

Εικόνες από το όμορφο μονοπάτι, στην κοίτη τού ρέματος Βαρελά έχουμε παρουσιάσει και παλαιότερα (ενδεικτικά: εδώ). Το ρέμα Βαρελά ξεκινά από το διάσελο μεταξύ των ορεινών όγκων Μουροβουνίου και Στρώματος (εφεξής: διάσελο) και κατεβαίνει δυτικά, κινούμενο μεταξύ των υπόψη ορεινών όγκων, προς την Τερψιθέα Γλυφάδας όπου εκβάλλει σε ένα τεχνητό βαθούλωμα (σ.σ. το βαθούλωμα είναι μεγάλης έκτασης και βαθύ και χωράει μεγάλες ποσότητες νερού, αλλά αν ρίξει μια «θάλασσα» και γεμίσει, η διέξοδος των νερών προς τη θάλασσα θα είναι μέσα από την συνοικία τής Τερψιθέας), στο τέλος τής οδού Πριγκηποννήσων όπου ξεκινάει και το μονοπάτι που ανεβαίνει την κοίτη του.

Στο παρόν, το συννεφιασμένο, μουντό, με κινηματογραφικές εικόνες, πρωινό τής 23ης Απρίλη 2024, ακολούθησα το μονοπάτι στην κοίτη, από το τέλος τής οδού Πριγκηποννήσων μέχρι το διάσελο και από εκεί μέχρι την κορυφή τού ορεινού όγκου Μαυροβούνι. Η διαδρομή έχει σημειωθεί στο χάρτη από τη wikimapia:


Ακολουθούνε λίγες εικόνες από τη διαδρομή:
-από την κοίτη τού ρέματος Βαρελά:




















-από το διάσελο. Η πρώτη προς την κορυφή τού Μαυροβουνίου από νοτιοανατολικά της και οι επόμενες τρεις από έναν όμορφα διαμορφωμένο, πρόχειρο, χώρο αναψυχής, όπου ξεχωρίζει ένα σμιλευμένα τετραγωνισμένο λιθάρι (με χώρο να στέκεται πάνω του κάποιο κερί κ.λπ.) ενδεχομένως πολύ παλιό:


























-από το κακοτράχαλο επικλινές μονοπάτι προς την κορυφή με πολύ καλή θέα κυρίως προς τον ορεινό όγκο Στρώμα:





















-από την κορυφογραμμή, μεταξύ τής τσιμεντένιας κολόνας τής ΓΥΣ και ενός λιθοσωρού, φτιαγμένου από ορειβάτες. Στην τρίτη εικόνα διακρίνονται οριακά ο λόφος Πρ. Ηλία Κορωπίου (με το αρχαίο ρωμαϊκό λατομείο και τα Ιερά Ομβρίου Διός και Προοψίου Απόλλωνα), πίσω του ο Βόρειος Υμηττός και στο βάθος δεξιά η Πεντέλη. Το ακριβές σημείο τής κορυφής τού Μαυροβουνίου δεν ξεχωρίζει εύκολα με το μάτι και πρέπει να βρίσκεται κάπου μεταξύ τής κολόνας ΓΥΣ και του λιθοσωρού, συμπεριλαμβανομένων αυτών.:






22 Απριλίου 2024

[στην Κιάφα Μπόρσι, στην Πάρνηθα, 21.04.2024]

Η Κιάφα (< αλβανική λέξη qafë: λαιμός) Μπόρσι (τοπωνύμιο συνηθισμένο σε περιοχές στον ελλαδικό χώρο, στον οποίο κατοικούν αρβανίτες καθώς και στην Αλβανία) βρίσκεται κάπου στο μέσο τής βορειοδυτικής Πάρνηθας και προσεγγίζεται πεζή από το Βούντημα Αυλώνα, από το οποίο απέχει πάνω από 7,5 χλμ., ή από το οροπέδιο Σκουρτών, από το οποίο απέχει πάνω από 9 χλμ., ή από το Παλαιοχώρι Πάρνηθας, από το οποίο απέχει πάνω από 12 χλμ. (μέσω Διάσελου Πανός και Ντράσιζας) ή από την Πηγή Φυλής, από την οποία απέχει πάνω από 10 χλμ. (ακολουθώντας το δασικό χωματόδρομο) ή τέλος από το μονοπάτι στην κοίτη ρέματος, το οποίο ξεκινά από την παλιά Ε.Ο. Αθηνών-Σκουρτών-Θήβας, μεταξύ των ορεινών όγκων Βουνό Φυλής και Λέντριζας, συνεχίζει ως χωματόδρομος και φτάνει στην περιοχή Κλημέντι συναντώντας το δασικό χωματόδρομο που έρχεται από Πηγή Φυλής και μεταξύ άλλων πάει προς Ράχη Καραμανλή ή Κιάφα Μπόρσι κ.λπ.       

Το πρωινό τής 21ης Απρίλη 2024, ξεκινήσαμε από το σημείο που ο δασικός χωματόδρομος, που ανεβαίνει από την Πηγή Φυλής, διακλαδίζεται σε τρείς: αυτόν που ανεβαίνει στο πυροφυλάκιο Φυλής στο Μάλι Τέρι, αυτόν που κινείται νοτιοανατολικά προς Σπήλαιο Πανός κ.λπ. και αυτόν, τον οποίο ακολουθήσαμε, προς το Κλημέντι (σε μια οικεία διαδρομή).
Όλη η διαδρομή έχει σημειωθεί στο χάρτη από τη wikimapia:


Από το Κλημέντι συνεχίσαμε βόρεια και φτάνοντας ανατολικά τής Ράχης Καραμανλή, στο σημείο που βρίσκεται πεσμένο πυροφυλάκιο, είχαμε δύο επιλογές: να πάρουμε το δασικό χωματόδρομο (αρχικά προς τα βορειοανατολικά) ή να κατεβούμε το μονοπάτι προς τα βόρεια. Αποφασίσαμε να κατεβούμε το μονοπάτι (και να αφήσουμε για την επιστροφή το χωματόδρομο, ο οποίος έχει ήπιες κλήσεις διαγράφοντας μεγάλο κύκλο). Η διαδρομή γίνεται στο αναγεννημένο από τη φωτιά τού 2007, άβατο εκτός μονοπατιού, πανέμορφο, δάσος πεύκων, κουμαριών, πουρναριών, βελανιδιών κ.λπ. Το μονοπάτι καταλήγει στην Κιάφα Μπόρσι (στο ενδιάμεσο πάντως υπάρχουνε 2,3 σημεία που επιτρέπουνε να ανέβει κάποιος στο δασικό χωματόδρομο).
Ακολουθούν εικόνες:



















-το video, από μια πολύ όμορφη λάκκα:
-το σημείο που το μονοπάτι διασταυρώνεται με το ρέμα Μπαλικέμπα:























---

























-στο βάθος η Κιάφα Μπόρσι με το εκκλησάκι Αγ. Παρασκευής:


















-σημάδια από την  προ 17 χρόνων φωτιά:























Ακολουθούν εικόνες από την Κιάφα Μπόρσι, το εκκλησάκι Αγ. Παρασκευής, το ένα από τα δυο παλιά γκρεμισμένα κτίσματα από ξερολιθιά στα οποία θα διαμένανε, τους ανοιξιάτικους, καλοκαιρινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, βοσκοί (ίσως σαρακατσάνοι όπως λίγα χιλιόμετρα ανατολικά, στη Ντράσιζα) και μια φιλική και πεινασμένη αλεπού, που δεν δίστασε να μας φιλοξενήσει στο χώρο τού Ι.Ν. Αγ. Παρασκευής, αφού έλεγξε τις προθέσεις μας. Αν υποθέσουμε, βάσιμα, ότι δεν θα έτυχε να περνά αλλά ότι θα κινείται στην περιοχή, ας ελπίσουμε να σεβαστούν όλοι οι πεζοπόροι τη φιλική της συμπεριφορά. 












Αφού χαιρετήσαμε τη φίλη μας (σ.σ. η οποία, όταν κατάλαβε ότι φεύγαμε, μύρισε τα σημεία που είχαμε καθίσει ίσως για να μας θυμάται, αν περάσουμε πάλι, καλύτερα) ανεβήκαμε στην Πηγή Μπόρσι, από όπου η Κιάφα Μπόρσι φαίνεται πολύ καλά, όπως και οι ορεινοί όγκοι δυτικά τής Πάρνηθας μέχρι πέρα τον Κιθαιρώνα, τον Ελικώνα, τον Παρνασσό κ.λπ. …



















…και επιστρέψαμε μέσω τού δασικού χωματόδρομου, που πρόσφερε όμορφη θέα.
-η Πηγή Φάλκο:


















-η Πηγή Μαυρομύτη:


























-μεταξύ άλλων διακρίνεται, κάτω, η λάκκα του πρώτου video και από πάνω της η Ράχη Καραμανλή:


















-στο βάθος η κορυφή Καραβόλα και δεξιά της το Πλατύ Βουνό:


















---



  

21 Απριλίου 2024

Χαϊκού [Πόπη Νεγιάννη]


Σκιά στο βλέμμα
Δίχως οίκτο μάρτυρας
Θαμπός καθρέφτης


Φεύγει η μέρα
Στο "από" και στο "βράδυ"
Θλίψη κυλάει


Φύλλο κίτρινο
Μιας ιστορίας φωνή
Αν θες ν' ακούσεις...


Χέρια γέρικα
Ζωής που τώρα φθίνει
Αποτύπωμα.


Φώτα που τρέμουν
Απάτες πολύχρωμες
Στην προκυμαία


Πάνω στο νερό
Ψέματα ολόκληρο
Μισοφέγγαρο


Χρυσό 'λιοτρόπι
Δες πώς γνέφουν στον ήλιο
Οι χίλιοι σπόροι


Φύτεψα βολβούς
Κάπως πρέπει να πιαστώ
Απ' την Άνοιξη…

20 Απριλίου 2024

Να λυπάστε το έθνος …[Kahlil Gibran, μετ. Ευάγγελος Γράψας]

Φίλοι μου και συνοδοιπόροι μου, να λυπάστε το έθνος που είναι γεμάτο πίστη κι άδειο από θρησκεία.
Να λυπάστε το έθνος που φορά ένα ρούχο που δεν το έχει υφάνει, που τρώει ψωμί που δεν το έχει θερίσει και πίνει κρασί που δεν έχει τρέξει από το πατητήρι του.
Να λυπάστε το έθνος που ονομάζει το βίαιο άνθρωπο ήρωα, και βλέπει το λαμπροφορεμένο κατακτητή γενναιόδωρο.
Να λυπάστε το έθνος που περιφρονεί το πάθος στ' όνειρό του, κι ωστόσο γίνεται σκλάβος του στον ξύπνιο του.
Να λυπάστε το έθνος που δεν υψώνει τη φωνή του παρά μόνο σα βρίσκεται σε κηδεία, που δεν περηφανεύεται παρά μονάχα σα βρίσκεται μέσα στ' αρχαία μνημεία του, και δεν ξεσηκώνεται παρά μονάχα όταν ο λαιμός του βρίσκεται ανάμεσα στο σπαθί και στην πέτρα.
Να λυπάστε το έθνος που ο κυβερνήτης του είναι αλεπού, ο φιλόσοφός του ταχυδακτυλουργός, και η τέχνη του, τέχνη μπαλώματος και μιμικής.
Να λυπάστε το έθνος που υποδέχεται τον καινούργιο κυβερνήτη του με σαλπίσματα και τον αποχαιρετά με γιουχαΐσματα, για να καλωσορίσει και πάλι κάποιον άλλο με σαλπίσματα.
Να λυπάστε το έθνος που οι σοφοί του είναι βουβοί από τα χρόνια και που οι δυνατοί του άντρες ακόμα στην κούνια.
Να λυπάστε το έθνος που είναι χωρισμένο σε κομμάτια, και που κάθε κομμάτι θεωρεί τον εαυτό του ένα έθνος.

Από το περίφημο έργο «Ο Προφήτης», στην έκδοση τού 1974, από τον εκδ. Οίκο «Μπουκουμάνη», Αθήνα.

19 Απριλίου 2024

“ας ήξερα” [Θωμαή Ζορμπάκη]


“ας ήξερα”

η σιωπή της αυγής φέρνει την γλυκιά άνοιξη
τις ανθισμένες νεραντζιές, του Απρίλη κρίνα
μια αγκαλιά ήλιο δέχομαι, μια ομορφιά χρώματα
η αγάπη έρχεται στα δάκρυα μου
την ζωή επιθυμώ
αυτό το φωτεινό πρωινό αναζητώ σαν λουλούδι
την ανατολή και την δροσιά του νερού 
δεν θυμάμαι ούτε ξεχνώ
μόνο με καλοσύνη αναπνέω όλο τ’ άρωμα
καθώς κοιτώ τον γαλανό ουρανό
σαν αλήτισσα πεταλούδα νοιώθω την ευτυχία...

18 Απριλίου 2024

The Suicide’s Defense [Voltairine de Cleyre]

Η υπεράσπιση τής αυτοκτονίας

(Απ’ όλες τις ηλιθιότητες με τις οποίες η νομοθετική εξουσία έχει υποδηλώσει τη δική της ανικανότητα να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές αναταραχές, καμία δεν φαίνεται τόσο ανόητη όσο ο νόμος που τιμωρεί μια απόπειρα αυτοκτονίας. Στην ερώτηση «Τι έχετε να πείτε προς υπεράσπισή σας;» Φαντάζομαι ότι ο φτωχός άθλιος μπορεί να απαντήσει ως εξής.)

Να πω προς υπεράσπισή μου; Να υπερασπιστώ τι;
Να αμυνθώ σε ποιον; Και γιατί έτσι κι αλλιώς να αμυνθώ;
Έχω κανέναν αδικήσει; Ας έρθει αυτός να με κατηγορήσει!
Κάποιοι ιερείς εκεί μουρμουρίζουνε πως «Έχω εξοργίσει τον Θεό»!
Ας με δοκιμάσει τότε ο Θεός και ας μην τολμήσει κανείς να κρίνει 
Τον εαυτό του κατάλληλο να φορέσει την ερμίνα τ’ Ουρανού!
Και ξαναλέω, ας με κατηγορήσει ο αδικημένος.
Να, σιωπή! Δεν υπάρχει κανείς να μου απαντήσει.
Και ποιον θα μπορούσα; ένας άστεγος, αλήτης χωρίς φίλους,
Που όλες οι πόρτες είναι για αυτόν κλειστές κι όλες οι καρδιές κλειδωμένες,
Όλα τα χέρια συγκρατημένα – ποιον θα μπορούσα πράγματι ν’ αδικήσω,
Παίρνοντας αυτό που δεν ωφέλησε κανέναν
Και απειλούνται όλοι;
Ναι, αφού έτσι θέλετε,
Μάθετε λοιπόν τα ρίσκα σας. Αλλά σημειώστε, δεν είναι άμυνα,
Η κατηγόρια αυτή που σας πετώ.
Προσέξτε λοιπόν και τη δική σας προετοιμάστε άμυνα.
Η ζωή μου, λέω, είναι μια αιώνια απειλή
Για εσάς και τους δικούς σας• κι έτσι ήτανε καλό
που αναβάλετε τις μη ζητηθείσες υπηρεσίες σας.
Και γιατί; Γιατί σας μισώ! Κάθε σταγόνα
αίματος που κάνει κύκλους στις πληθωρικές σας φλέβες
Στραγγίσθηκε απ’ τα κάτισχνα και στεγνά κορμιά
Αντρών σαν εμένα, που στους καταραμένους σας μύλους
Συντριφτήκανε όπως τα σταφύλια μες στο πατητήρι.
Σε εμάς αφήνετε το άδειο δέρμα τής ζωής•
Η καρδιά του, η γλύκα του, χύνεται
Για να γιορτάσετε μαζί με τα σκυλιά και τις ερωμένες σας!
Οι ερωμένες σας! Οι κόρες μας! Αγορασμένες, για ψωμί,
Για να κοσμούνε τη σάρκα που κάποτε ήτανε τα μπράτσα τού πατέρα!

Ναι, σας κατηγορώ ότι με δολοφονήσατε!
Σκοτώσατε τον Άνθρωπο – και αυτό που σας μιλάει
Δεν είναι παρά το θηρίο που με κάνατε! 
Τι! Λογίζεται ζωή να σέρνεσαι αργά, να ζητιανεύεις  
Και να γλιστράς για να βρεις καταφύγιο εκεί που μαζεύονται αρουραίοι;
Και το ιδανικό σου όνειρο ένα λιπαρό γεύμα να ‘ναι;
Είναι λοιπόν ζωή, να ομαδοποιείσαι όπως τα γουρούνια στα χοιροστάσια; 
Και να θάβεται η αξιοπρέπεια στην κοινή βρομιά;
– Γιατί βέβαια έτσι γίνονται τα κέρδη σας –
Όμως ανθρώπινες σάρκες σαπίζουνε στα καθαρά σας κρησφύγετα από την πανούκλα.
Είναι λοιπόν ζωή, να περιμένεις το νεύμα τού άλλου,
Ώστε να γίνεσαι χρυσός για κείνον;
Αυτό θα ‘ταν ζωή για σας; Κι ήμουνα κατώτερος
Από σας; Δεν γεννήθηκα μ’ ελπίδες κι όνειρα
Και πόνους και πάθη όπως και σεις;  

Αλλά τ’ αρνηθήκατε όλα αυτά. Αρπάξατε τη γη,
Αν και τίποτα δεν σας ανήκε, κι είπατε: «Εδώ
Κανένας σας δεν θα ξεκουραστεί, περπατήσει ή δουλέψει,
Αν δεν αποδώσει, πρώτα σε μας, φόρο τιμής!» Κάθε ανθρώπινο έργο,
Φτιαγμένο να ελαφρύνει τα βάρη τού κόσμου,
Το αρπάξατε εσείς και το κάνατε δεκαπλάσια κατάρα
Να συνθλίβεται ο άνθρωπος κάτω απ’ το ίδιο του το έργο.
Σπίτια, μηχανές κι εδάφη – όλα, όλα σάς ανήκουν•
Και μας δεν μας χρειάζεστε. Όταν ζητάμε δουλειά
Εσείς μας κουνάτε τα κεφάλια. Σπίτια; – Μας κάνετε έξωση. Ψωμί; –
«Εδώ, αξιωματικέ, αυτός ο τύπος εκλιπαρεί. Η φυλακή
είναι το μέρος για αυτόν!» Μετά τη ριγέ στολή, τι;
Δηλητήριο! – Το πήρα! – Τώρα λες πως ήταν αμαρτία
Ν’ αφαιρέσεις αυτή τη ζωή που σε προβλημάτισε τόσο πολύ.
Αμαρτία για να γλιτώσεις απ’ τις προσβολές, την πείνα, αυτά που λέτε 
Κακουργήματα, τα οποία προκληθήκαν απ’ το έγκλημα
Να ζητάς φαγητό! Υποκριτές! 
Βαθιά μέσα σας πιστεύετε, πως η αμαρτία είναι που δεν τα κατάφερα!
Κι επειδή δεν τα κατάφερα, με φυλακίσατε!.
Και η σκληρή μου δουλειά δεν έγινε δεκτή όταν ήμουν έξω.
Ας είναι. Αλλά προσοχή! – ένα κελί Φυλακής
Είναι κακό κρεβάτι να ευδοκιμήσει η ηθική!
Οι μαύροι βάλτοι μαύρα μιάσματα γεννάνε• τ’ αρρωστημένα εδάφη
Παράγουνε δηλητηριώδη φρούτα• φίδια, από χειμέρια νάρκη, διψασμένα για ζωή, να τσιμπήσουν.  
Αυτή τη φορά μού αρκούσε να φύγω μόνος.
Μάλλον την επόμενη δεν θα ‘μαι τόσο ευγενικός.


The Suicide’s Defense

(Of all the stupidities wherewith the law-making power has oignaled its own incapacity for dealing with the disorders of society, none appears so utterly stupid as the law which punishes an attempted suicide. To the question “What have you to say in your defense?” I conceive the poor wretch might reply as follows.)

To say in my defense? Defense of what?
Defense to whom? And why defense at all?
Have I wronged any? Let that one accuse!
Some priest there mutters I “have outraged God”!
Let God then try me, and let none dare judge
Himself as fit to put Heaven’s ermine on!
Again I say, let the wronged one accuse.
Aye, silence! There is none to answer me.
And whom could I, a homeless, friendless tramp,
To whom all doors are shut, all hearts are locked,
All hands withheld — whom could I wrong, indeed
By taking that which benefited none
And menaced all?
Aye, since ye will it so,
Know then your risk. But mark, ‘tis not defense,
‘Tis accusation that I hurl at you.
See to’t that ye prepare your own defense.
My life, I say, Is an eternal threat
To you and yours; and therefore it were well
To have foreborne your unasked services.
And why? Because I hate you! Every drop
of blood that circles in your plethoric veins
Was wrung from out the gaunt and sapless trunks
Of men like me. who in your cursed mills
Were crushed like grapes within the wine-press ground.
To us ye leave the empty skin of life;
The heart of it, the sweet of it, ye pour
To fete your dogs and mistresses withal!
Your mistresses! Our daughters! Bought, for bread,
To grace the flesh that once was father’s arms!

Yes, I accuse you that ye murdered me!
Ye killed the Man — and this that speaks to you
Is but the beast that ye have made of me!
What! Is it life to creep and crawl an beg,
And slink for shelter where rats congregate?
And for one’s ideal dream of a fat meal?
Is it, then, life, to group like pigs in sties,
And bury decency in common filth,
Because, forsooth, your income must be made,
Though human flesh rot in your plague-rid dens?
Is it, then, life, to wait another’s nod,
For leave to turn yourself to gold for him?
Would it be life to you? And was I less
Than you? Vas I not born with hopes and dreams
Ane pains and passions even as were you?

But these ye have denied. Ye seized the earth,
Though it was none of yours, and said: “Hereon
Shall none rest, walk or work, till first to me
Ye render tribute!” Every art of man,
Born to make light of the burdens of the world,
Ye also seized, and made a tenfold curse
To crush the man beneath the thing he made.
Houses, machines, and lands — all, all are yours;
And us you do not need. When we ask work
Ye shake your heads. Homes? — Ye evict us. Bread? —
“Here, officer, this fellow’s begging. Jail’s
the place for him!” After the stripes, what next?
Poison! — I took it! — Now you say ‘twas sin
To take this life which troubled you so much.
Sin to escape insult, starvation, brands
Of felony, inflicted for the crime
Of asking food! Ye hypocrites! Within
Your secret hearts the sin is that I failed!
Because I failed ye judge me to the stripes.
And the hard toil denied when I was free.
So be it. But beware! — a Prison cell’s
An evil bed to grow morality!
Black swamps breed black miasms; sickly soils
Yield poison fruit; snakes warmed to life will sting.
This time I was content to go alone;
Perchance the next I shall not be so kind.

Philadelphia, September 1894


Πηγές πρωτότυπου:

Υπάρχει και στις κάτωθι ιστοσελίδες, αλλά με κάποια λεκτικά λάθη   

17 Απριλίου 2024

[στον Υμηττό και μια ακόμα παλιά παραδοσιακή προβιομηχανική ασβεστοκάμινος, 16.04.2024]

Το να πεζοπορείς στον Υμηττό, περνώντας και ξαναπερνώντας από αγαπημένα μέρη (ή και από σημεία που δεν έτυχε να έχεις περάσει, κυρίως όταν κινείσαι εκτός μονοπατιού), και να μην περιμένεις ότι κάπου σε περιμένει κάτι, άξιο λόγου, δίπλα σου τελικά, που δεν είχες συναντήσει παλαιότερα είναι σα να μην έχεις νιώσει το μυστηριακό χαρακτήρα τού Υμηττού. Το ίδιο και όταν συναντήσεις κάτι απρόσμενα και δεν εκπλαγείς. 
Το πρωινό τής 16ης Απρίλη 2024, ξεκίνησα, για μια σύντομη περιπλάνηση στον «τοίχο», μεταξύ των δασικών χωματόδρομων, τον οποίο διασχίζει κάθετα η ρεματιά Σαρίνα, νότια τού Καταφύγιου Υμηττού και νοτιοδυτικά και κάτω από την περιοχή «Δελφοί» (σ.σ. η περιοχή «Δελφοί» βρίσκεται πάνω από τα απόκρημνα βράχια, που δεσπόζουνε τής περιοχής ανατολικά τής Αγ. Μαύρας Ηλιούπολης). Η διαδρομή έχει σημειωθεί στο χάρτη από τη wikimapia:
























Ξεκίνησα από την Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα, ακολουθώντας το δασικό χωματόδρομο (που πάει προς Αργυρούπολη) μέχρι που διασταυρώνεται με τη ρεματιά Σαρίνα.
Εκεί πήρα το ανηφορικό μονοπάτι στην κοίτη της…


















Φτάνοντας κάτω από τον «τοίχο» (όπου κρέμεται αλυσίδα, στερεωμένη στο βράχο, για ασφαλή αναρρίχηση προς τον πάνω χωματόδρομο) κινήθηκα δεξιά (νοτιοδυτικά) στο μονοπάτι στη βάση τού «τοίχου» μέχρι το τέλος του, από όπου κινήθηκα, εκτός μονοπατιού, σε βατό πεδίο μέχρι τον πάνω χωματόδρομο…


























…στον οποίο συνέχισα αριστερά (ανατολικά και βόρεια) μέχρι το σημείο που αριστερά του (δυτικά) ξεκινά μονοπάτι, το οποίο ακολούθησα.
Λίγα μέτρα μετά πρόσεξα ένα βαθούλωμα, στη θέση 37°56'07''N 23°46'31''E, χωμένο στην πυκνή χαμηλή βλάστηση: Μια αχαρτογράφητη παλιά παραδοσιακή προβιομηχανική ασβεστοκάμινο! Η ένατη (9η) που συνάντησα στον Υμηττό, μετά την έκδοση του φωτογραφικού λευκώματος και δέκατη (10η) συνολικά για τις περιοχές που αφορούσε το εν λόγω άλμπουμ.
























Συνέχισα, εκτός μονοπατιού, σε βατό πεδίο, μέχρι το βόρειο άκρο τού ανωτέρω «τοίχου», όπου υπάρχει μια μικρή σπηλίτσα και ένα διαμπερές κοίλωμα, πιθανόν από μετακίνηση τμήματος τού βράχου που αποκολλήθηκε:


























Κατόπιν συνέχισα, νότια, ακολουθώντας πορεία στη βάση τού «τοίχου», αρχικά εκτός μονοπατιού (ή παλιού μονοπατιού θαμμένου στα πουρνάρια κ.λπ. βλάστηση) και σύντομα μονοπάτι, το οποίο βγαίνει στο σημείο τής δεύτερης εικόνας…


























Επιστρέφοντας, μέσω τού δασικού χωματόδρομου, περί τα 350 μ. πριν τη Μονή Καρέα, κάτω από το χωματόδρομο, υπάρχει ένα βύθισμα, προϊόν φυσικών διεργασιών, το οποίο θα μπορούσε να είναι δολίνη: