31 Ιουλίου 2014

Ελεύθερη αγορά.


























(Λουτράκι, 28.07.2014 0.48)

Η ελεύθερη αγορά θα ‘ναι μεταξύ του Κώστα, της Μαίρης, του Μπάμπη και της Νίκης.
Γι αυτά που επινοήθηκαν ή χειροποιήθηκαν από χέρια ανυπάκουα.
Από άτομα ή συνεταίρους.
Και τόσο θα ορίζαμε στη γη: όσο να χωράγαμ’ όλοι: άνθρωποι, ζώα και φυτά.
Τα υπόλοιπα είναι καπιταλισμός και δουλεία των αγορών.


29 Ιουλίου 2014

(Αυγινή αχλή)

Αυγινή αχλή.
Κάψα αυγινή.
Τζιτζίκια τερετίζουν.

(27.07.2014)

28 Ιουλίου 2014

Joseph-Ignace Guillotin. Ο γάλλος γιατρός που συνέδεσε το όνομά του με τη γκιλοτίνα και τους αποκεφαλισμούς [Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης]




















 O Joseph Ignace Guillotin ήταν γάλλος γιατρός και πολιτικός, ο οποίος γεννήθηκε στις 28 Μαΐου 1738 και πέθανε στις 26 Μαρτίου 1814. Αρχικά ενδιαφέρθηκε για τις τέχνες και μάλιστα έγινε καθηγητής λογοτεχνίας στο Κολέγιο Irisnah στο Μπορντώ.  Αργότερα άλλαξε γνώμη και σπούδασε ιατρική στην πόλη  Reims, όπου αποφοίτησε το 1768, ενώ δύο χρόνια αργότερα αποφοίτησε και από το Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Το 1784 διορίστηκε σε μια κυβερνητική  επιτροπή για να εξετάσει τις εκθέσεις περί της θεωρίας του ‘‘ζωικού μαγνητισμού’’ που είχε παρουσιασθεί από τον Franz Anton Mesmer  (1734-1815) και θεωρείτο από πολλούς αδίκημα για τη δημόσια ηθική. Στις 2 Μαΐου του 1789, έγινε ένας από τους δέκα βουλευτές του Παρισιού στην Assemblée Constituante και μάλιστα χρημάτισε και γραμματέας του συγκροτήματος από τον Ιούνιο του 1789 έως τον  Οκτώβριο του 1791.
O Guillotin, βεβαίως, ανήκε σε ένα μικρό μεταρρυθμιστικό κίνημα που προσπαθούσε να καταργήσει τη θανατική ποινή. Στις 10 Οκτωβρίου του 1789, τη δεύτερη ημέρα της συζήτησης για τον ποινικό κώδικα της Γαλλίας, ο  Guillotin πρότεινε έξι άρθρα στη νέα Νομοθετική Συνέλευση. Σε ένα από αυτά ισχυριζόταν  ότι ‘‘ο εγκληματίας πρέπει να αποκεφαλίζεται και αυτό πρέπει να  γίνεται αποκλειστικά και μόνο με τη βοήθεια ενός απλού μηχανισμού’’. Η μηχανή αυτή ονομάστηκε αργότερα ‘‘μηχανή που αποκεφαλίζει ανώδυνα’’. Αυτή η  μέθοδος εκτέλεσης, όλοι ήθελαν, να αντικαταστήσει τις απάνθρωπες μεθόδους αφαίρεσης της ζωής, όπως την καύση, τον ακρωτηριασμό, τον πνιγμό και τον απαγχονισμό, έτσι ώστε ο εύκολος θάνατος να μην αποτελεί προνόμιο μόνο των ευγενών. Ο Guillotin ήθελε επίσης το μηχάνημα αυτό κρυμμένο και μακριά από τα πλήθη και την εκτέλεση ως  πράξη ιδιωτική και αξιοπρεπή. Εκείνη την εποχή, οι εκτελέσεις στη Γαλλία ήταν δημόσιες εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν  σε πλατείες της πόλης. Τους φτωχούς συνήθως τους κρεμούσαν, αλλά μερικές φορές συγκεντρωνόταν το σύνολο της πόλης  για να  παρακολουθήσει μια περίεργη εκτέλεση κατά την οποία τα  άκρα του κρατουμένου ήταν δεμένα σε τέσσερα βόδια και τα ζώα οδηγούνταν βίαια σε τέσσερις διαφορετικές κατευθύνσεις. Οι εγκληματίες των ανώτερων κοινωνικών τάξεων, μπορούσαν να εξαγοράσουν ένα λιγότερο επώδυνο θάνατο, συνήθως με σπαθί ή τσεκούρι. Ωστόσο, οι παραδοσιακές αυτές μέθοδοι θα μπορούσαν να αποδειχθούν αρκούντως δύσκολες, ειδικά αν ο δήμιος δεν πετύχαινε το στόχο του με την πρώτη φορά ή ο προς εκτέλεση κρατούμενος εγκληματίας αντιστεκόταν σθεναρά στο δήμιο. Ο Guillotin ήταν  υπέρμαχος μιας ανώδυνης και ιδιωτικής εκτέλεσης της  θανατικής ποινής για όλες ανεξαρτήτως τις κοινωνικές  τάξεις, ως ενδιάμεσο όμως βήμα προς την πλήρη κατάργηση της θανατικής ποινής στη χώρα του. Οι συνάδελφοί του, ωστόσο, γέλασαν όταν ισχυρίστηκε ότι η μηχανή την οποία είχε σχεδιάσει, θα μπορούσε να προκαλέσει άμεσο και ανώδυνο διαχωρισμό της κεφαλής από τον κορμό του κατάδικου. Το 1791  σημειωτέον ψηφίστηκε ένας νόμος που ο καθένας που καταδικαζόταν σε θάνατο στη Γαλλία, έπρεπε να αποκεφαλίζεται.




















Η εκτέλεση της Μαρίας Αντουανέτας το 1793 στην Place de la Revolution.

Η εξέλιξη της συσκευής


   Οι εμπειρογνώμονες έτσι άρχισαν αμέσως τη  δουλειά, δηλαδή το σχεδιασμό, την κατασκευή και την ανακατασκευή της μηχανής. Σε γενικές γραμμές, ο χειρουργός Antoine Louis ο οποίος ήταν ο γραμματέας της χειρουργικής ακαδημίας, πιστώνεται με τον πρωτότυπο  σχεδιασμό της γκιλοτίνας, μαζί με τη γερμανική εταιρεία κατασκευής τσέμπαλου Tobias Schmidt και του βασικού δήμιου της Γαλλίας, Charles-Henri Sanson (1739-1806).  Ο Schmidt ήταν αυτός που σχεδίασε τη μηχανή τοποθετώντας τη λεπίδα σε μια πλάγια γωνία 45 μοιρών και αλλάζοντας το  στρογγυλό της σχήμα. Το αρχικό σχέδιο ήταν δύο όρθιες ξύλινες σανίδες δεκατεσσάρων ποδών, οι οποίες ενώνονταν με μια εγκάρσια μπάρα στο πάνω μέρος. Τα εσωτερικά άκρα των σανίδων είχαν αυλάκια και  λιπαίνονταν σε τακτικά  χρονικά διαστήματα για να καθοδηγούν την πτώση της λεπίδας, η οποία λειτουργούσε μέσω ενός συστήματος τροχαλίας.
















Η Μαρία Αντουανέτα καθ’ οδόν προς την γκιλοτίνα.


   Όλα τα παραπάνω βρισκόντουσαν πάνω σε μια  εξέδρα στην οποία ανέβαινε κάποιος με  είκοσι τέσσερα σκαλοπάτια. Αν και παρόμοιες συσκευές  υπήρχαν για εκατοντάδες χρόνια, καμία δεν σχεδιάστηκε  με την προσοχή και τη φροντίδα της γαλλικής γκιλοτίνας. Επιπρόσθετες βελτιώσεις στο μηχάνημα της καρμανιόλας έγιναν το 1890 από τον Leon Berger, ένα βοηθό του  δήμιου και ξυλουργό, ο οποίος πρόσθεσε ένα σύστημα ελατηρίου στο κάτω μέρος, μια κλειδαριά της συσκευής στο τύμπανο και ένα νέο μηχανισμό απελευθέρωσης της κοφτερής λεπίδας. Όλες οι γκιλοτίνες που κατασκευάστηκαν μετά το 1890 γινόντουσαν σύμφωνα με την κατασκευή του Berger.
















Η δημόσια εκτέλεση του Λουδοβίκου XVI στο Παρίσι, 1793.
Πίνακας αγνώστου ζωγράφου. Εθνική Πινακοθήκη Γαλλίας.


   Μετά από μια σειρά πειραμάτων πάνω σε πτώματα που λαμβάνονταν από ένα δημόσιο νοσοκομείο, το πρώτο από αυτά τα μηχανήματα στήθηκε στην πλατεία Place de Grève στο Παρίσι στις 4 Απριλίου του  1792. Στις 25 Απριλίου του 1792, ο επίσημος δήμιος της Γαλλικής Επανάστασης, Charles-Louis Sanson, είπε:  ‘‘Σήμερα η μηχανή που εφευρέθηκε για τους σκοπούς του αποκεφαλισμού των καταδικασμένων   εγκληματιών σε θάνατο,  θα τεθεί σε λειτουργία για πρώτη φορά. Σε σχέση με τις έως τώρα μεθόδους εκτέλεσης, αυτή η μηχανή έχει πολλά πλεονεκτήματα και ταυτόχρονα είναι λιγότερο απεχθής. Πλέον δεν θα μολύνονται με αίμα τα χέρια κανενός ανθρώπου και η χειρότερη δοκιμασία για τον καταδικασμένο άνθρωπο θα είναι ο φόβος του θανάτου…’’.
Ο πρώτος που εκτελέστηκε ήταν ένας ληστής, ο Jacques Nicolas Pelletier. Ένας εύκολος όπως αποδείχτηκε θάνατος, που δεν ήταν πια προνόμιο των ευγενών! Οι παραβάτες της πολιτικής σκηνής εκτελούνταν στην Place de Carrousel. Στις 21 Ιανουαρίου 1793 υψώθηκε για πρώτη φορά στην Place de la Révolution για την εκτέλεση του βασιλιά Louis XVI, του πιο διάσημου θύματος. Πριν από την επανάσταση αυτή η πλατεία ονομαζόταν πλατεία Louis XV και το 1795 πήρε το σημερινό της όνομα, Place de la Concorde. Η βασίλισσα Μαρία Αντουανέτα ακολούθησε το σύζυγό της στην γκιλοτίνα στις 16 Οκτωβρίου 1793. Η εφεύρεση αυτή έγινε το σήμα κατατεθέν της καλούμενης περιόδου ‘‘Βασιλείας του  Τρόμου’’, μεταξύ 1793 και 1794, όταν εργαζόταν με τις ‘‘μηχανές στο έπακρον’’.  Η Place de la Revolution είδε επίσης την εκτέλεση της Charlotte Corday, η οποία καταδικάστηκε μετά από σύντομη δίκη για το μαχαίρωμα μέχρι θανάτου του Jean-Paul Marat (1743), ενός από τους ηγέτες της επανάστασης, στις 13 Ιουλίου, 1793.  Εκτελέστηκε το απόγευμα  της 17ης Ιουλίου   1793 και κατά την άφιξή της εκεί  ζήτησε από το δήμιο Sanson, να της επιτρέψει να δει τη λαιμητόμο, δεδομένου ότι δεν είχε ξαναδεί και ότι θα ήταν ενδιαφέρον για κάποιον στη θέση της! Ήταν μόλις 34 ετών, ελκυστική και γενναία, η οποία  θεωρήθηκε από πολλούς ως μάρτυρας. Το πιο λαμπρό ίσως το κεφάλι που έπεσε στο καλάθι της γκιλοτίνας, ήταν ότι ο χημικός Antoine Laurent Lavoisier, 1743-1794)! Ένας διακεκριμένος μαθηματικός, ο Joseph-Louis Lagrange, παρατήρησε γι αυτό το γεγονός, ότι ‘‘χρειάστηκε μόνο μια στιγμή για να κοπεί αυτό το κεφάλι, για το οποίο ούτε εκατό χρόνια δεν επαρκούν για να παραχθεί άλλο παρόμοιο’’. Η λαιμητόμος αργότερα μετακόμισε προσωρινά στην Πλατεία του Αγίου Αντωνίου (Place St. Antoine) και από εκεί στο Barrière Ranverse, αλλά επέστρεψε στην Place de la Révolution για την εκτέλεση του διάσημου επαναστάτη, Maximilien Marie Isidore de Robespierre (γεν. 1758) και 21 οπαδών του στις  28 Ιουλίου του 1794. Ο Georges-Jacques Danton που γεννήθηκε το 1759, είχε ήδη εκτελεστεί στις 5 Απριλίου. Η εκτέλεση του Ροβεσπιέρου σηματοδότησε και το τέλος της περιόδου που είναι γνωστή ως ‘‘ Βασιλεία του Τρόμου’’.
Δεδομένου ότι η γαλλική αριστοκρατία σε μεγάλο βαθμό εξοντώθηκε κατά τη διάρκεια των ετών της τρομοκρατίας, η επιστήμη ανακάλυψε ένα νέο και εκπληκτικό γεγονός, που αργότερα επιβεβαιώθηκε από τη σύγχρονη νευροφυσιολογία, ότι δηλαδή  το κεφάλι που αποκόπτεται από την τραχεία με τσεκούρι ή γκιλοτίνα, γνωρίζει ότι  αποκεφαλίστηκε ενώ κυλά κατά μήκος του εδάφους ή μέσα στο καλάθι! Η γκιλοτίνα χρησιμοποιήθηκε  επίσης σε πολλές άλλες γαλλικές πόλεις με μεγάλη συχνότητα εκείνη την εποχή και πολλές χιλιάδες άνθρωποι έγιναν θύματά της. Μέχρι το 1799 η γκιλοτίνα είχε αποκεφαλίσει πάνω από 15.000 κεφάλια. Συνολικά, περίπου 40.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου της Τρομοκρατίας. Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, περίπου 80-85 τοις εκατό από αυτούς, ήταν κοινοί καθημερινοί  άνθρωποι.

Η γκιλοτίνα σε άλλα μήκη και πλάτη


   Μετά την εκτέλεση του βασιλιά Louis XVI και της Marie Antoinette, το μηχάνημα έγινε γνωστό ως "la Louisette" ή "le Louison". Ωστόσο, είναι δύσκολο να αποφανθεί κάποιος εάν αυτό αναφέρεται στον Antoine Louis ή στο  βασιλιά. Ο όρος γκιλοτίνα χρησιμοποιήθηκε πάντως για πρώτη φορά κάποια στιγμή μετά το 1800 και είναι σχεδόν αδύνατο να πει κανείς ποιος πραγματικά εφηύρε την γκιλοτίνα. Ένας όρος αργκό για την γκιλοτίνα,  παρέμεινε ο ‘‘La Veuve’’, δηλαδή η χήρα.
   

















Η γνωστή φυλακή στο Ανόι επί γαλλικής αποικιοκρατίας. Σήμερα βεβαίως λειτουργεί ως Μουσείο.


   Αν και συνδέεται ανεξίτηλα με την Γαλλική Επανάσταση καθώς και με τη θανατική ποινή στη Γαλλία, η γκιλοτίνα δεν ήταν ουσιαστικά μια νέα εφεύρεση. Μικρές τέτοιες πρωτόγονες κατασκευές χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση  αριστοκρατών εγκληματιών στη Γερμανία, Ιταλία, Σκωτία και την Περσία, ενώ η χρήση τους ήταν γνωστή ήδη από τον δέκατο τέταρτο αιώνα, κυρίως στη Σκωτία. Μια παρόμοια συσκευή γνωστή ως Halifax Gibbet ήταν σε χρήση  στην πόλη Yorkshire  από το 1286 μέχρι το 1650. Αναφέρθηκε από έναν Σκωτσέζο, τον James Douglas Earl, ο οποίος είχε σχεδιάσει κάποια ανάλογη κατασκευή στο Εδιμβούργο το 1556 η οποία έγινε γνωστή ως Maiden  και ήταν σε χρήση μέχρι το 1710.



















Σχηματική αναπαράσταση της συσκευής Halifax Gibbet


   Και στην Ιρλανδία, πάντως, κάποιου είδους γκιλοτίνα  υπήρχε και χρησιμοποιείτο ήδη από  το 1307. Υπάρχει ακόμα μια  αξιόπιστη καταγραφή  εκτέλεσης με  παρόμοια μηχανή στο Μιλάνο το 1702, ενώ υπάρχουν και πίνακες με λαιμητόμο, όπως το μηχάνημα που χρησιμοποιήθηκε στη Νυρεμβέργη στα μέσα της δεκαετίας του 1500. Από το 1871 το γερμανικό δίκαιο ανέφερε ότι όλοι οι καταδικασμένοι εγκληματίες πρέπει να αποκεφαλίζονται και επέτρεπε αμφότερα τα μέσα, το τσεκούρι και την γκιλοτίνα. Η γκιλοτίνα χρησιμοποιήθηκε επίσης στην Ελλάδα, την Ελβετία και τη Σουηδία. Η Σουηδία χρησιμοποίησε την γκιλοτίνα μία φορά, το 1910, όταν ο Alfred Ander εκτελέστηκε για ένοπλη ληστεία. Ήταν η τελευταία εκτέλεση της Σουηδίας.



















Η περιβόητη γκιλοτίνα, γαλλικής φυσικά έμπνευσης, στη φυλακή Hoa Lo (την αποκαλούμενη Hanoi Hilton) στο Ανόι του Βορείου Βιετνάμ.

   Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής περιόδου (1933-1945), είκοσι  γκιλοτίνες χρησιμοποιήθηκαν στη Γερμανία και την Αυστρία (από το 1938). Ο Χίτλερ τη θεωρούσε γενικώς ως υποτιμητική μορφή τιμωρίας και τη χρησιμοποιούσε για πολιτικές εκτελέσεις. Περί τους είκοσι χιλιάδες είχαν ραντεβού με την Κυρία  Λαιμητόμο (Madame la Guillotine) το 1942 και το 1943. Έχει υπολογιστεί πάντως ότι καρατομήθηκαν από τους Ναζί, περισσότεροι από όσους έχασαν τη ζωή τους από την γκιλοτίνα στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης. Μετά τον πόλεμο, η γκιλοτίνα χρησιμοποιήθηκε για τελευταία φορά στη Δυτική Γερμανία στις 11 Μαΐου 1949, όταν αποκεφαλίστηκε εκεί ο δολοφόνος Berthold   Wehmeyer. Η Ανατολική Γερμανία εξακολούθησε να χρησιμοποιεί την γκιλοτίνα για μερικά ακόμη χρόνια. Η τελευταία εκτέλεση με γκιλοτίνα πραγματοποιήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας στις 10 Σεπτεμβρίου 1977, όταν ο Hamida Djandoubi (1947-1977), ένας Τυνήσιος μετανάστης,  αποκεφαλίστηκε για βασανιστήρια και δολοφονίες.  Εκτελεστής του ήταν ο γνωστός Marcel Chevalier. Ση Γαλλία η θανατική ποινή είναι πλέον εκτός νόμου από το 1981.

Επίλογος: Joseph-Ignace Guillotin ή Antoine Louis;


   Ο Guillotine ήταν επίσης ένας από τους πρώτους γάλλους γιατρούς που στήριξαν τις ανακαλύψεις του Edward Jenner (1749-1823) αυτού του μεγάλου Άγγλου γιατρού, του επινοητή του εμβολιασμού και ‘‘πατέρα της Ανοσολογίας’’. Το 1805, πρέπει να σημειώσουμε, ότι ο Edward Jenner  ήταν ο πρόεδρος της επιτροπής για τους εμβολιασμούς στο Παρίσι.  Ο Guillotine φυλακίστηκε επειδή υπήρχε κάποια καταγγελία εις βάρος του, αλλά απελευθερώθηκε μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου. Η σύνδεση του ονόματός του με  τη μηχανή του θανάτου έφεραν σε δύσκολη θέση  την οικογένεια του  Guillotine, τα μέλη της οποίας ζήτησαν από την κυβέρνηση μετονομασία. Όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε να το πράξει, άλλαξαν μόνοι το όνομα της οικογένειάς τους. Ο Guillotine δεν δημοσίευσε ιατρικές εργασίες.

   Ο Antoine Louis, Γάλλος χειρουργός και φυσιολόγος, γεννήθηκε το 1723 και πέθανε το 1792. Γιός στρατιωτικού χειρουργού, ο Antoine Louis βίωσε την πρώτη ιατρική εμπειρία υπό την καθοδήγηση του πατέρα του, ο οποίος ήταν γιατρός με σημαντική και εξέχουσα θέση στο τοπικό στρατιωτικό νοσοκομείο. Το 1743 του δόθηκε μια θέση χειρουργού, αλλά αυτός προτίμησε το Παρίσι, όπου διακρίθηκε και μάλιστα το 1746 έγινε μέλος της Ακαδημίας Χειρουργικής. Βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την απελευθέρωση των χειρουργών από τον εγκλωβισμό των αυταρχικών γιατρών. Ήταν κορυφαίος υποστηρικτής των χειρουργών των Παρισίων και δημοσίευσε  μερικές από τις πιο καταστροφικές πολεμικές αιχμές εναντίον της ιατρικής σχολής της πόλης. Το 1749 ολοκλήρωσε τη θητεία του στο Salpêtrière, ένα τμήμα του Hôpital Général, γεγονός το οποίο σήμαινε την αυτόματη αποδοχή στο Κολέγιο Χειρουργών. Αντί αυτού ζήτησε να γίνει ο πρώτος χειρουργός που θα υποβάλλει στα Λατινικά τη διδακτορική του διατριβή με θέμα την πιθανή κληρονομική μετάδοση της ελονοσίας. Αυτή η συμβολική πράξη του Antoine Louis ήταν μια στιγμή θριάμβου για τους χειρουργούς, επειδή αποδείκνυε  ότι οι χειρουργοί ήταν τόσο γενναιόδωρα μορφωμένοι, ειδικά στη Λατινική γλώσσα, τουλάχιστον όσο οι συνομήλικοί ιατροί τους. Το 1750 διορίστηκε καθηγητής της φυσιολογίας, κρατώντας τη θέση αυτή για σαράντα χρόνια. Από το  1757 εργάστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα ως χειρουργός στο Hôpital de la Charité, αλλά εγκατέλειψε τη θέση του λόγω κάποιων προβλημάτων με τους υπεύθυνους του νοσοκομείου. Το 1760 συμμετείχε σε δύο στρατιωτικές εκστρατείες, ως σύμβουλος χειρουργός στο στρατό του άνω Ρήνου. Το 1764, μετά από την αποχώρηση του γραμματέα της Βασιλικής Χειρουργικής Ακαδημίας, διορίστηκε γραμματέας της, θέση από την οποία συνέβαλε τα μέγιστα στην επιτυχία της Εταιρείας. Το 1775 διορίστηκε επίσης χειρουργός στο Charité. Πέρα από όλα αυτά, βρήκε και το χρόνο να ασχοληθεί με την εφεύρεση νέων και τη βελτίωση κάποιων άλλων  χειρουργικών εργαλείων. Λίγο πριν το θάνατό του, σε συνεργασία με τον Joseph Ignace Guillotin (1738-1814), άρχισε την κατασκευή της γκιλοτίνας που σήμερα φέρει το όνομα του συν-εφευρέτη του. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος έχει συγγράψει πολλά βιβλία, συμπεριλαμβανομένων πολλών χειρουργικών πραγματειών, έμεινε ως ιστορικός, συντάκτης και κριτικός. Ήταν επίσης πρωτοπόρος της γαλλικής ιατρικής νομολογίας και το 1749 παρουσίασε μια κλασική ανάλυση των διαφοροδιαγνωστικών σημείων δολοφονίας και αυτοκτονίας σε περιπτώσεις που βρεθεί κάποιος κρεμασμένος. Εκτός από τα έργα του, δημοσίευσε επίσης τους χειρουργικούς αφορισμούς του Hermann Boerhaave (1668-1738). Ήταν επίσης ο βιογράφος πολλών διάσημων χειρουργών οι οποίοι πέθαναν κατά τη  διάρκεια της ζωής του. Μετά το θάνατό του, άφησε πίσω και δύο δικά του πακέτα με χειρόγραφα.
Τελικά όμως, ήταν ο Joseph-Ignace Guillotin, ο γιατρός που συνέδεσε, εις το διηνεκές,  το όνομά του με τη γκιλοτίνα και τους αποκεφαλισμούς. Ο Guillotin πέθανε στο Παρίσι, στο κρεβάτι του, το 1814 σε ηλικία εβδομήντα έξι ετών από φυσικά αίτια και τώρα βρίσκεται θαμμένος στο κοιμητήριο Père-Lachaise στο Παρίσι.


Βιβλιογραφία
-Franklin B., Majault, Le Roy, Sallin, Bailly JS, de Bory, et al: Report of the commissioners charged by the king with the examination of animal magnetism. 1784. Int. J. Exp. Hypn. 2002; 50(4): 332-63.
-Garland J.:  Doctors afield. Joseph Ignace Guillotin. N. Engl. J. Med. 1953; 248 (23):983-4.
-Kyte Holly: ‘‘Pure by Andrew Miller: review’’. Telegraph.  June 16, 2011.
-Noterman J.: The three lives of Doctor Joseph-Ignace Guillotin (1738-1814). Rev Med Brux. 2011; 32(3):185-9.
-Randone M.:  Two famous physicians of the French revolution: Jean Paul Marat and Joseph Ignace Guillotin. Minerva Med. 1966; 57(76): varia: 1204+.
-Shampo MA, Kyle RA.:  Dr. Joseph Ignace Guillotin. JAMA. 1980; 243(4):351.
-Yearsley M.:  Joseph Ignace Guillotin. Proc. R. Soc. Med. 1915; 8 (Sect Hist Med):1-6.
-(No authors listed):  The history of the guillotine (Joseph Ignace Guillotin). Orv. Hetil. 1964; 105:467-9.



27 Ιουλίου 2014

Pablo Picasso - Guernica [or Gaza or whenever/ wherever the "clever" govern (*)]

(πηγή εικόνας: εδώ)

Η Γκουέρνικα είναι ένας πίνακας ζωγραφικής, έμπνευση του Πάμπλο Πικάσο. Ζωγραφίστηκε το 1937 και απεικονίζει την πόλη Γκουέρνικα της Ισπανίας η οποία βομβαρδίστηκε κατά τη διάρκεια ενός τρομερού εμφύλιου πολέμου. Ο πίνακας έχει πολύ μεγάλες διαστάσεις, πολύ μεγαλύτερες από τον τοίχο ενός δωματίου.
Ο Πικάσο, φτιάχνοντας ένα τέτοιο πίνακα, ήθελε να δείξει το πόσο υπέφεραν οι άνθρωποι και το πόσο φρικτός είναι ένας πόλεμος! Αυτό το δείχνει χρησιμοποιώντας διάφορα χαρακτηριστικά στοιχεία διαμορφωμένα έτσι ώστε να φαίνεται πόσο καταστρεπτικός και απαίσιος είναι ο πόλεμος.
Πρώτα, χρησιμοποιεί μόνο δύο χρώματα και τις αποχρώσεις τους. Αυτά είναι το μαύρο, το άσπρο και οι ενδιάμεσες αποχρώσεις του γκρι. Δε χρησιμοποιεί άλλα χρώματα, γιατί, ενώ αυτά βάζουν έστω μια στοιχειώδη ομορφιά στον πίνακα, εκείνος ήθελε να δείξει καταχνιά, απογοήτευση, πόνο, δυστυχία.
Ύστερα, όσον αφορά τις μορφές: άνθρωποι και ζώα σε πλήρη ακαταστασία. Άσπρες φιγούρες με μάτια που δείχνουν φόβο, πόνο, απελπισία, με στόματα ορθάνοιχτα που φωνάζουν για έλεος, που ουρλιάζουν από τον πόνο και τη δυστυχία. Οι περισσότερες μορφές δεν έχουν συγκεκριμένη δομή. Αλλού τα μάτια, αλλού τα χέρια. Έτσι φαίνονται κυρίως τα αποτελέσματα ενός βομβαρδισμού αλλά και η ψυχολογική τους κατάσταση. Μία από τις τραγικότερες μορφές είναι η μάνα που κρατάει το νεκρό παιδί της.
Μέσω των μορφών δημιουργούνται ήχοι:  ζώα και άνθρωποι έχουν ανοιχτά στόματα από όπου βγαίνει ένα ‘βουβό’ ουρλιαχτό. Αυτό τονίζεται καλύτερα στις εκφράσεις των μορφών που δείχνουν ξεκάθαρα την πανωλεθρία και τη δυστυχία που φέρνει ο πόλεμος.
Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία για τη δημιουργία ενός πετυχημένου πίνακα είναι το να χρησιμοποιείς σωστά το φως. ΣτηΓκουέρνικα το φως έρχεται από μία παγωμένη σκέτη ηλεκτρική λάμπα που οι ακτίνες της, μυτερές σαν δόντια, κάθε άλλο παρά ελπίδα δίνουν. Αυτές οι ακτίνες δίνουν στον πίνακα μια αγριότητα, μία σκληρότητα και το αδίστακτα παράλογο του πολέμου.
Παρόλα αυτά ο ζωγράφος έχει βάλει στον πίνακά του δύο εστίες  Ελπίδας φανερώνοντας έτσι πως, ακόμα και στις πιο σκοτεινές εποχές, μπορεί να υπάρξει ελπίδα για κάτι καλύτερο. Επίσης δείχνει την επιθυμία του Πικάσο να λήξει ο πόλεμος. Αυτές οι εστίες είναι ένα κερί, που κρατάει ένα χέρι, και ρίχνει το δικό του γλυκό φως που έρχεται σε αντίθεση με τη λάμπα. Το άλλο είναι μια μικρή πόρτα ή παράθυρο που δίνει στις μορφές του πίνακα την ελπίδα να ξεφύγουν από τις συμφορές τους.
Η Γκουέρνικα είναι μια εικόνα γεμάτη με αντιπολεμικά μηνύματα, μια έντονη διαμαρτυρία εναντίον του πολέμου και της καταστροφής που αυτός σπέρνει. Ο Πικάσο κατάφερε μέσα σε ένα πίνακα να κλείσει όλα του τα συναισθήματα για τον πόλεμο.
Τα μήνυμα που θέλει να περάσει ο ζωγράφος είναι απλό: «ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ». 

Κυριακή Στέφα (πηγή: users.sch.gr/marianezi/e-learning )

[…]
Αυτός ο τεράστιος καμβάς (3,54x7,82μ.)  περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Ήταν παραγγελία της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας για τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1937. Ο Πικάσο εμπνεύστηκε το έργο όταν, στις 26 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, στα πλαίσια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, Γερμανοί πιλότοι της αεροπορίας των εθνικιστών βομβάρδισαν την κωμόπολη Γκερνίκα της Χώρας των Βάσκων. Στο βομβαρδισμό εκείνο σκοτώθηκαν 1.650 άνθρωποι και ισοπεδώθηκε το 70% της πόλης με 32 τόνους εκρηκτικά.
Ο Πικάσσο πληροφορήθηκε τα γεγονότα από την εφημερίδα Le Soir, μόνο την 1η Μαΐου και το ολοκληρώνει στις 3 Ιουνίου του 1937
Ο Πικάσο απέφυγε να ζωγραφίσει αεροπλάνα, βόμβες ή ερείπια. Οι δύο κυρίαρχες μορφές του έργου είναι ένας ταύρος και ένα πληγωμένο άλογο με διαμελισμένα κορμιά και τέσσερις γυναίκες που ουρλιάζουν κρατώντας νεκρά μωρά. Αρχικά ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο-μαύρο και αποχρώσεις του γκρι, καθώς θεώρησε ότι έτσι δίνει μεγαλύτερη ένταση στο θέμα. Πολλές φορές μετακίνησε φιγούρες και μορφές πριν καταλήξει στην οριστική τους θέση. «Η αφαίρεση του χρώματος και του αναγλύφου αποτελεί διακοπή της σχέσης του ανθρώπου με τον κόσμο: όταν διακόπτεται, δεν υπάρχει πια η φύση ή η ζωή». 
[…]
Λέγεται πως όταν οι Γερμανοί εισήλθαν στο Παρίσι κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην προσπάθειά τους να βρουν καλλιτεχνικούς θησαυρούς και να τους κατασχέσουν, ένας Γερμανός Αξιωματικός έδειξε σε φωτογραφία τον πίνακα «Γκερνίκα» στον ίδιο τον Πικάσο που είχε προσαχθεί ρωτώντας τον: -Αυτόν τον πίνακα εσείς τον κάνατε; Κι εκείνος απήντησε με θάρρος: Όχι, Εσείς!
Πηγή: el.wikipedia.org

An accurate depiction of a cruel, dramatic situation, Guernica was created to be part of the Spanish Pavilion at the International Exposition in Paris in 1937. Pablo Picasso’s motivation for painting the scene in this great work was the news of the German aerial bombing of the Basque town whose name the piece bears, which the artist had seen in the dramatic photographs published in various periodicals, including the French newspaper L'Humanité. Despite that, neither the studies nor the finished picture contain a single allusion to a specific event, constituting instead a generic plea against the barbarity and terror of war. The huge picture is conceived as a giant poster, testimony to the horror that the Spanish Civil War was causing and a forewarning of what was to come in the Second World War. The muted colours, the intensity of each and every one of the motifs and the way they are articulated are all essential to the extreme tragedy of the scene, which would become the emblem for all the devastating tragedies of modern society.
Guernica has attracted a number of controversial interpretations, doubtless due in part to the deliberate use in the painting of only greyish tones. Analysing the iconography in the painting, one Guernica scholar, Anthony Blunt, divides the protagonists of the pyramidal composition into two groups, the first of which is made up of three animals; the bull, the wounded horse and the winged bird that can just be made out in the background on the left. The second group is made up of the human beings, consisting of a dead soldier and a number of women: the one on the upper right, holding a lamp and leaning through a window, the mother on the left, wailing as she holds her dead child, the one rushing in from the right and finally the one who is crying out to the heavens, her arms raised as a house burns down behind her.
[…]

Paloma Esteban Leal [πηγή: museoreinasofia.es/collection/artwork/guernica]

(*) 
με αφορμή το διάλογο δύο ποδοσφαιριστών στο twitter, του άγγλου Μπάρτον και του Ισραηλινού Μπεναγιούν
Μπάρτον: "Εάν ήταν κάποιος άλλος λαός εκτός από το Ισραήλ, τότε η Δύση θα είχε επέμβει. Αθώα παιδιά σφαγιάζονται. Πρέπει να σταματήσει".
Μπεναγιούν: "Φίλε τα πράγματα δεν αλλάζουν. Ήσουν μία ζωή ηλίθιος και θα παραμείνεις ηλίθιος. Ντροπή".
Μπάρτον: "Καταρχάς δεν μπορείς να λες κάποιον ηλίθιο με τέτοια γραμματική. Δεύτερον δεν πρέπει να σκοτώνονται αθώα παιδιά".
Μπαρτον: "Τρίτον δεν μπορείς να διώχνεις ανθρώπους από την πατρίδα τους γιατί ένα βιβλίο φαντασίας χιλιάδων ετών στο λέει".
Μπάρτον: "Τέλος εύχομαι εσύ και η οικογένεια σου να είστε ασφαλείς μέχρι να τελειώσουν αυτά τα άθλια γεγονότα".
πηγή: sport24.gr

26 Ιουλίου 2014

παραπλάνηση [Δημησθένης Μιχαλακόπουλος]



παραπλάνηση

Έκλεισε η πόρτα
Σπαρμένο σκοτάδι ολόγυρα
Κάτι χαραμάδες μονάχα το χαϊδεύουν
φωτός ψιθύρους ακουμπώντας στον κόρφο του
Ιστορίες αχνοφαίνονται
Ψίθυροι όπως και να ‘χει
Έτσι αντέχει να ‘ναι σκοτάδι
Το σκοτάδι

Στάζουν τα ρούχα στις ντουλάπες
το χρόνο που φορέθηκαν
Υγρά δευτερόλεπτα
Ανάμνηση λέει
Κι όπως βρέχεται το δάπεδο μυρωδιά αναδύεται
έτοιμη να ξεφύγει
καβάλα στην άλλη της ναφθαλίνης μυρωδιά
Έτσι κρυμμένη να πλημμυρίσει το δωμάτιο
χωρίς να την αντιληφθεί κανείς

Ανοίγουν οι ντουλάπες
Αλαφρωμένες πια οι κρεμάστρες
Δυνατές
Θα με κρατήσουν
Να αρχίσει να στάζει η ζωή που με φόρεσε
Δέρμα και προσωπείο ανθρώπου
πάνω από το αγρίμι
Φορεσιά όπως και να ‘χει
Έτσι αντέχει να ‘ναι αγρίμι
Το αγρίμι


πηγή εδώ

24 Ιουλίου 2014

2 Oχτώβρη 1945 [Nâzım Hikmet, μετ. Πέτρος Μάρκαρης]


2 Oχτώβρη 1945

Ο αγέρας κυλάει και φεύγει,
ποτέ το ίδιο κλαρί κερασιάς δεν κουνιέται με τον ίδιο αγέρα.
Πουλιά κελαϊδούν στο δέντρο:
                                          τα φτερά θέλουν να πετάξουν.
Οι πόρτες κλειστές:
                            θέλουν σπρώξιμο να ανοίξουν.
Εγώ θέλω εσένα:
                         να 'ναι ωραία σαν εσένα η ζωή,
                                                              φίλη,
                                                                      κι αγαπημένη.
Ξέρω δεν τελείωσε ακόμα
                                     της δυστυχίας η γιορτή...
Μα θα τελειώσει, δεν μπορεί...























Από την ποιητική συλλογή "Τα Ποιήματα των 9-10 μμ" σε μετάφραση Πέτρου Μάρκαρη, εκδόσεις Θεμέλιο, 1980.


23 Ιουλίου 2014

Tõnu Naissoo Trio


Tõnu Naissoo Trio LP (1970) 
A1 Avamine 
A2 Näen Ma Teid Veel! 
A3 Poiss Ja Tüdruk 
A4 Reis Tundmatusse 
B1 Tule Ikka 
B2 Haapsalu 
B3 Kaks Eite 

Jüri Plisnik: bass 
Composed by E. Felicius (track: B1), Tõnu Naissoo (tracks: A, B2), Uno Naissoo (track: B3) 
Avo Joala: flute (tracks: B1, B3) 
Lyrics by Paul-Eerik Rummo (track: B1) 
Eino Tandre: percussion 
Tõnu Naissoo: piano 
Els Himma: vocals (track: B1)





Tõnu Naissoo Trio - Pöördepunkt / Turning Point (LP, 1981)
A1 Pöördepunkt / Turning Point 
A2 Sina Ise / Yourself 
A3 Purunenud Lootused / Broken Hopes 
A4 Mälestuste Kaja / Echo Of Reminiscences 
B1 Homme / Tomorrow 
B2 Üksildane Naine / A Lonely Woman 
B3 Kastepiisad / Dewdrops 
B4 Tuhm Sära / Blurred Brightness 

Taivo Sillar: bass 
Tõnu Naissoo: keyboards 
Peep Ojavere: percussion



Εδώ το προσωπικό site του Tõnu Naissoo.

21 Ιουλίου 2014

χωρίς τίτλο [Ελένη Κοφτερού]

Eξ αφορμής:




















Εμβρόντητη αφήνει
του χρόνου κάθε βακτηρία
η επιμονή της θάλασσας
για το φιλί της «καλημέρας»
το διάπυρο

αιώνες τώρα
παρηγοριάς εχέγγυο
ετούτο το φιλί
για των ανθρώπων
τις πενιχρές πιθανότητες

-------------------------------------

Αισθάνομαι βαθιά ικανοποίηση και χαρά που μια φωτογραφία μου [τυχαία, διότι σε όλες τις "φωτογραφίες ακολουθίας", πλην δύο περιπτώσεων που όμως δεν έχουν δημοσιευτεί στο παρόν blog, απλώς τοποθέτησα ένα (παλιό) κινητό σε ένα σημείο έχοντάς το προγραμματίσει να τραβάει φωτογραφίες ανά τακτά χρονικά διαστήματα χωρίς καμία άλλη μου επέμβαση - πρακτικά μόνον η πρώτη εξ αυτών είναι της επιλογής μου] αποτέλεσε ισχυρότατο ποιητικό αίτιο για δύο καλούς φίλους.
Οφείλω να επισημάνω ότι το παρόν εξαιρετικό ποίημα, της Ελένης Κοφτερού, συνιστά ταυτόχρονα και μια απάντηση προς τον κοινό μας φίλο Μπάμπη (εδώ).    

20 Ιουλίου 2014

Περίπου ακινησία



























[περιοχή Βραχατίου 18.07.2014 20.00]


Οι αποχαιρετισμοί αποχαιρετούσανε αντάμα με τους μεταλλικούς συριγμούς.
Όπως και αυτοί που κοιτάζανε μόνο μπροστά ή μετρούσανε πειραγμένες ταχύτητες υποχρεώνοντας τις καμπάνες στις πένθιμες μονοτονίες των αποχαιρετισμών τους.
Ο σταθμάρχης αποχαιρέτησε χρόνια τώρα αντάμα με την τελευταίας στάσης αποβίβαση κιβωτίου.
Έτσι, λοιπόν:
τα χορτάρια πεθαίνουνε χρυσόμαλλα
τα κεραμύδια λίπασμα
τα δοκάρια στο χώμα
οι τοίχοι στον άνεμο

τα πουλιά θα πετάγανε έτσι κι αλλιώς
και οι μύγες πανηγυρίζουν κόπρανα.

19 Ιουλίου 2014

Εσύ τι λες Βλαδίμηρε Μαγιακόφσκι; [Δημήτρης Α. Δημητριάδης]




ΕΣΥ ΤΙ ΛΕΣ ΒΛΑΔΙΜΗΡΕ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ;

Λιγόστεψαν οι χώροι της συγκέντρωσης αγαπητέ Βλαδίμηρε
νέοι ρήτορες κατέλυσαν την αγορά
ελαύνουν άλλες διδαχές
άλλες ενδείξεις

πίσσα σταλάζει ο ουρανός αγαπητέ Βλαδίμηρε
η έρημος μέσα στις πόλεις
και στο βάθος ουρλιαχτά παιδιών –
λαμπάδες καιόμενες ως το φυτίλι.

Ουδείς
ουδείς απόμεινε απροσπέλαστος λυρισμός αγαπητέ Βλαδίμηρε
κανένα μυστικό 
κανένα θάμπωμα
πηχτή απλώνει η ζωή του ψυχουλκού
κι όποιος ελεύθερα συλλογάται
πρόσφυγας γίνεται.

Όλα λησμονούνται σ’ ένα λεπτό αγαπητέ Βλαδίμηρε
το βλέμμα ακολουθεί
διαθλάται
υπνωτίζεται
οι ρήξεις εξαφανίζονται
κι η παρέλαση της μανίας αργεί πολύ να ξεπηδήσει,

Εσύ τι λες Βλαδίμηρε Μαγιακόφσκι;

17 Ιουλίου 2014

Φασματοσκόπιο [Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος]



















ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΟ

Χύμηξε η ανατολή στη θάλασσα κι άναψε τη μέρα
πάτημα του Χρόνου στης άμμου το φρύδι
γέρνει το πρωί στο μάγουλο του ορίζοντα
όση δύση κι αν περισσέψει στον άνθρωπο
με φως αείθεν καλημερίζεται η ζωή.


--------------------------------------


Η ένσταση, εδώ δοσμένη μέσ’ από ένα εξαιρετικό του Ποίημα, του φίλου Μπάμπη Χαραλαμπόπουλου στο απλό και πεσιμιστικό: "Περαστικοί" (εδώ), έρχεται από τον Ηράκλειτο [ενδεικτικά:
-κόσμον τόνδε, τὸν αὐτὸν ἁπάντων, οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλ᾽ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται πῦρ ἀείζωον ἁπτόμενον μέτρα καὶ ἀποσβεννύμενον μέτρα.
-ὁ ἥλιος οὐ μόνον νέος ἐφ᾽ ἡμέρῃ ἐστίν, ἀλλ᾽ ἀεὶ νέος συνεχῶς.
-ξυνὸν γὰρ ἀρχὴ καὶ πέρας ἐπὶ κύκλου περιφερείας.
-ταὐτὸ τ' ἔνι ζῶν καὶ τεθνηκὸς καὶ (τὸ) ἐγρηγορὸς καὶ καθεῦδον καὶ νέον καὶ γηραιόν· τάδε γὰρ μεταπεσόντα ἐκεῖνά ἐστι κἀκεῖνα πάλιν μεταπεσόντα ταῦτα.]
μεταφέροντας όμως αυτούσια την αισιόδοξη στάση ζωής του δημιουργού. Η ζωή άπαξ και ξεκίνησε δεν μπορεί παρά να βρίσκει τελικά τον τρόπο να διαιωνίζεται. Η δύση δεν μπορεί παρά να παρακολουθεί την ανατολή του επερχόμενου νέου.  


15 Ιουλίου 2014

(Μπρος στην οθόνη)

Μπρος στην οθόνη.
Κοιτώ κερασιές.
Να! Τρίστιχο. Χαϊκού;

(06.07.2014)

14 Ιουλίου 2014

Tα ιατρικά σώου και η συμβολή τους στην ανάπτυξη της μαύρης μουσικής [Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης]


Tα ιατρικά σώου και η συμβολή τους στην ανάπτυξη της μαύρης μουσικής 


  Η ακριβής προέλευσή τους είναι άγνωστη, αλλά τα ιατρικά σώου μαζί με  παραστάσεις και συναυλίες, ήταν συχνά θεάματα  κατά τον 19ο αιώνα στις Ηνωμένες Πολιτείες, ιδιαίτερα την εποχή της Παλιάς Δύσης, αν και σε ορισμένα μέρη συνεχίστηκαν μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο απαραίτητος εξοπλισμός για να μπορέσει να λάβει χώρα μια τέτοια εκδήλωση, ήταν κάρα, άμαξες, άλογα και πολύπειρο και ταλαντούχο προσωπικό που πλασάριζε στους ανήξερους δήθεν θαυματουργά φάρμακα και άλλα παρεμφερή προϊόντα, ενώ ταυτοχρόνως ελάμβαναν χώρα ψυχαγωγικές εκδηλώσεις. Πιο συχνά συνδέονταν με θαύματα από ελιξίρια που μερικές φορές αναφέρονταν ως snake oil. Τα σκευάσματα, κατά τους ισχυρισμούς των πωλητών, είχαν την ικανότητα να θεραπεύσουν οποιαδήποτε ασθένεια, να βελτιώσουν τις ρυτίδες, να αφαιρέσουν λεκέδες, να παρατείνουν τη ζωή ή να θεραπεύσουν τις κοινές ασθένειες που καραδοκούσαν στην εποχή. 
  Το ψυχαγωγικό μέρος του σώου, περιελάμβανε συνήθως κάποιο αφύσικο και φρικιαστικό γεγονός, μουσικές εκτελέσεις, μαγικά κόλπα, αστεία και αφηγήσεις από έξοχους κατόχους του είδους. Ενώ η παρουσίαση θαυματουργών θεραπειών συναντάται συνήθως γύρω από τους κλασικούς χρόνους,  ο συνδυασμός μικτών διαφημιστικών παρουσιάσεων και πωλήσεων ιατρικών θαυματουργών ουσιών στη δυτική κουλτούρα, έχει τις ρίζες της  στη διάρκεια του Μεσαίωνα στην Ευρώπη, όταν είχαν απαγορευτεί τα τσίρκα και τα θέατρα και οι ενδιαφερόμενοι είχαν πλέον μόνο την αγορά ή κάποιους προστάτες για να ελπίζουν σε σχετική υποστήριξη. 
  Τα ιατρικά σώου άκμασαν στα τέλη του 19ου αιώνα, ιδιαίτερα στις μεσοδυτικές πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών και τον αγροτικό νότο.  Στο επίκεντρο βρίσκονταν πωλητές που είχαν δίπλωμα κάποιας  ιατρικής ευρεσιτεχνίας και οι οποίοι  έστηναν περίπτερα στα τοπικά πανηγύρια της αποικιακής Αμερικής. Ήδη από το 1773 όμως, υπήρχαν σε ισχύ νόμοι, όπως στο Κονέκτικατ, εναντίον εκείνων οι οποίοι δελέαζαν τους ανθρώπους να αγοράζουν ανθυγιεινά και πολλές φορές επικίνδυνα φάρμακα. Ίσως τα πιο δημοφιλή σώου να γίνονταν από την Kickapoo Indian Medicine Company, κατασκευαστές του διπλώματος ευρεσιτεχνίας Kickapoo Indian Sagwa.

 


  Ενώ τα παρασκευάσματα αυτά παράγονταν σε βιομηχανική κλίμακα έως και το τέλος του 19ου αιώνα, σταδιακά η φήμη και η αγορά τους άρχισε να  λιγοστεύει, και τα ιατρικά σώου πλέον βασίζονταν περισσότερο σε ψυχαγωγικές εκδηλώσεις. Αλλά καθώς ο πληθυσμός της Αμερικής γινόταν ολοένα λιγότερο αγροτικός και πιο αστικοποιημένος, η διαθεσιμότητα άλλων μορφών ψυχαγωγίας, όπως οι ταινίες, το βοντβίλ, αυτό το τόσο δημοφιλές θεατρικό είδος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και του Καναδά από τα τέλη του 19ου  αιώνα μέχρι τις αρχές του εικοστού, και αργότερα το ραδιόφωνο, οδήγησαν στη σταδιακή εξαφάνιση του περιοδεύοντος ιατρικού σώου. Περί το  1930, ήταν σχετικά λίγες οι εταιρείες εκείνες που συνέχιζαν να περιοδεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και φυσικά ακόμα λιγότερες αυτές που άντεξαν την οικονομική και κοινωνική αναταραχή της Μεγάλης Ύφεσης και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκείνοι που επιβίωσαν το 1950 βρέθηκαν να ανταγωνίζονται πια την τηλεόραση, και κατάντησαν να θεωρούνται ως απομεινάρια μιας προγενέστερης, αλλά σίγουρα  πιο αθώας εποχής.

  Ένα από τα πιο διάσημα περιοδεύοντα ιατρικά σώου του εικοστού αιώνα, ήταν το Hadacol Caravan, που χρηματοδοτείτο από τον γερουσιαστή της Πολιτείας της Λουιζιάνα Dudley J. LeBlanc και της εταιρείας του LeBlanc, κατασκευάστρια του αμφίβολης ποιότητας τονωτικού φαρμάκου Hadacol, γνωστό τόσο για υποτιθέμενες θεραπευτικές δυνάμεις και ιδιότητές του, όσο και για την υψηλή περιεκτικότητά του σε αλκοόλη. Η όλη παράσταση η οποία γύρισε σε όλο τον αμερικάνικο νότο τη δεκαετία του 1940 με μεγάλη ομολογουμένως δημοσιότητα, χαρακτηριζόταν από σειρά αξιοσημείωτων θεατρικών πράξεων και μουσική από διασημότητες του Χόλυγουντ, που χρησιμοποιούνταν για την προώθηση του Hadacol το οποίο επωλείτο κυρίως κατά τη διάρκεια του διαλείμματος και μετά το πέρας κάθε παράστασης. Η είσοδος στην παράσταση πληρωνόταν με το αποκαλούμενο στην εποχή ‘box top’ του σχετικού τονωτικού που πωλείτο σε όλα τα καταστήματα του νότου των  Ηνωμένων Πολιτειών. Boxtop ήταν το επάνω και χαρακτηριστικό μέρος της συσκευασίας του κάθε προϊόντος, κάτι σύνηθες για την περιοχή και την εποχή εκείνη. Το Καραβάνι Hadacol σταμάτησε τις εργασίες του ξαφνικά το 1951, όταν η επιχείρηση Hadacol κατέρρευσε κυριολεκτικά λόγω ενός οικονομικού σκανδάλου που συντάραξε τα θεμέλιά της. 
  Ίσως τα τελευταία από  τα ιατρικά σώου, να ήταν αυτά του Tommy Scott, ο οποίος έδινε περίπου τριακόσιες παραστάσεις το χρόνο, μέχρι περίπου και το έτος 1990. Ως έφηβος στη δεκαετία του 1930, ο Scott  εντάχθηκε στο αποκαλούμενο 'Doc' Chambers Medicine Show, που ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Scott τραγουδούσε, έπαιζε κιθάρα και εκτελούσε εγγαστριμυθία και παρουσίαζε μάλλον προσβλητικές μουσικές ή κωμικές πράξεις με επίκεντρο  ένα  φυτικό καθαρτικό. Γύρω στα 1930, ανέλαβε την ευθύνη της παράστασης, που εκτελούσε εδώ και πολλά χρόνια με τη σύζυγό του, Μαρία και ένα φίλο του, τον  Gaines Blevins. Η κόρη του Scott, Σάντρα, ελάμβανε μέρος στο σώου  ως τραγουδίστρια, έπαιζε μπάσο, και ακόμα έκανε κάποια ακροβατικά νούμερα έως τη δεκαετία του 1960, το τέλος των επιχειρήσεων και των παραστάσεων. Η αλοιφή την οποία πωλούσαν στα σώου, ήταν αλοιφή δέρματος με μέντα, γνωστή ως Scott Snake Oil. Από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980, η παράσταση δινόταν λόγω παράκλησης πολλών φιλανθρωπικών σωματείων.
  Στα τέλη του δέκατου έβδομου αιώνα, οι πρώτες ομάδες μαύρων σκλάβων μεταφέρθηκαν βιαίως, κάνοντας  μια τεράστια και δραματική  διαδρομή, από την αφρικανική πατρίδα τους, απέναντι στην Αμερική. Για τους λευκούς Αμερικανούς της εποχής, οι σκλάβοι δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ανθεκτικοί εργάτες. Έπρεπε να εργαστούν και είχαν ως στόχο να δημιουργήσουν χρήματα, να συμβάλλουν  στην οικονομική ανάπτυξη της καινούργιας πατρίδας, αλλά δεν ήταν γραφτό να έχουν τη δική τους φωνή. Αν και πολλοί λευκοί Αμερικανοί εκτιμούσαν τους σκλάβους για την υπεράνθρωπη προσπάθειά τους, η εν λόγω εκτίμηση συνήθως δεν υπερέβαινε τα συνήθη όρια εργοδότη και εργαζόμενου. Ακόμη και αργότερα, όταν οι σκλάβοι αφέθηκαν ελεύθεροι, το κύμα της καταπίεσης δεν εξαφανίστηκε αμέσως. Η θεσπισμένη ελευθερία τους στα μάτια των λευκών δεν θα μεταφραζόταν αμέσως και στην ικανότητα να διαχειριστούν πολλά πράγματα μόνοι τους. Δεν σήμαινε ότι τους έδινε και μια καρδιά και ψυχή. 
  Κι εδώ… υπεισέρχεται το μπλουζ!

  Το ύφος των μπλουζ στη μουσική προέρχεται από τους χώρους εργασίας των νότιων Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι τα μπλουζ ξεκίνησαν στα σπάργανα από  μια κραυγή  ενός εργάτη μέσα στις βαμβακοφυτείες που γέμιζε τον ουρανό με ανάλογα συναισθήματα, και από την αντίστοιχη  απάντηση του άλλου, τουτέστιν η κλήση και η απάντηση εξελίχθηκαν σε φράσεις και ολιγόλογα τραγούδια εργασίας που ωρίμασαν σταδιακά προς την κατεύθυνση των μπλουζ. Τα διάφορα μουσικά σώου, τα σπιρίτσουαλ, με τροβαδούρους και κωμικούς, είχαν επίσης επιρροή στην εξέλιξή τους. Στο δέκατο ένατο αιώνα, οι λευκοί Αμερικανοί πήραν την πρώτη  γεύση της μαύρης μουσικής μέσω αοιδών με κωμικό και υπαινικτικό περιεχόμενο, γεγονός που επηρέασε τις φυλετικές σχέσεις με θετικό, αλλά και αρνητικό ταυτόχρονα τρόπο. Με την ανακάλυψη και καταγραφή των μπλουζ του εικοστού αιώνα, αυτή η οικειότητα έγινε σταθερότερη και μάλιστα αυξήθηκε. Έτσι πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα μπλουζ, η μουσική που δημιουργήθηκε από τους μαύρους, βελτίωσε τις φυλετικές σχέσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες μόλις έγινε πραγματικότητα η αναγνώριση και αποδοχή  τους από τους λευκούς. Η μουσική ήταν μια μοναδική πολιτιστική προσφορά που οι λευκοί φυσικά δεν μπορούσαν  να αρνηθούν. Ήταν κάτι νέο και ενδιαφέρον για τους λευκούς που έριξε καινούργιο  φως στους μαύρους και κατ’ επέκταση στη θέση τους στην αμερικανική κουλτούρα και κοινωνία. Το όλο φάσμα της ανάπτυξης και της εκλαΐκευσης των μπλουζ, συνεπώς βελτίωσε αισθητά τις άσχημες φυλετικές σχέσεις σε αυτή τη χώρα. Από τα σώου των μαύρων αοιδών έως  την βρεττανική εισβολή αργότερα, η μουσική υπήρξε ένας μαγνήτης που δεν είχε χρωματικούς περιορισμούς. Ξεκινώντας με τα ανωτέρω περιγραφέντα ιατρικά σώου που ελάμβαναν χώρα στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα και στην αρχή του εικοστού, τα οποία γίνονταν αλλά και διασκέδαζαν λευκούς και μαύρους, το τραγούδι των μπλουζ έφερε τις δύο φυλές κοντύτερα. Υπάρχουν προφορικές ιστορίες από πολλούς που λένε ότι όταν έπαιζαν οι μαύροι μουσικοί χορευτικά κομμάτια, υπήρχε ένα χοντρό σκοινί που χώριζε  την πίστα στη μέση, μία πλευρά για τους μαύρους και την άλλη για τους λευκούς, αλλά προς το τέλος της βραδιάς η διαχωριστική γραμμή είχε καταργηθεί και όλοι χόρευαν πλέον μαζί. Δεν έβλεπαν το χρώμα, ακριβώς επειδή υπήρχε έντονη στην ατμόσφαιρα η αίσθηση της μουσικής. Ήταν ένα μέρος όπου θα μπορούσαν να διασκεδάσουν και να αφήσουν τους νόμους του Jim Crow, δηλαδή τους νόμους που αφορούσαν το φυλετικό διαχωρισμό, στην άκρη ανενεργούς. Είναι φανερό λοιπόν, ότι  το μπλουζ προσέφερε στους επαγγελματίες του ένα πιο συναρπαστικό τρόπο ζωής από ότι θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ένας συνήθης μαύρος εργάτης. Μάλιστα οι εργάτες στις φάρμες οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα μουσικοί, έπαιρναν ως αμοιβή  και κάποιο ποσό  χρημάτων για την παροχή ψυχαγωγίας και ακόμα κάποια τρόφιμα και ουίσκι. Λόγω αυτής της ειδικής μεταχείρισης θεωρούνταν  δεξιοτέχνες με ταλέντο και οι υπηρεσίες τους αποτιμούνταν αναλόγως.  Λογικό  ήταν σε επόμενη φάση η συμμετοχή τους σε εγγραφές σε δισκογραφικές εταιρείες και διαφημίσεις με ότι αυτό συνεπαγόταν για τη φήμη και την οικονομική τους κατάσταση, αλλά συγχρόνως για την κατανόηση των μαύρων και της μουσικής τους. Αρκετοί μουσικοί λόγω του ταλέντου τους, ήταν σε θέση να ταξιδέψουν στη χώρα, μια ευκαιρία που δεν ήταν εύκολη υπόθεση για τους περισσότερους μαύρους οι οποίοι επεδίωκαν διάφορους τρόπους για να εξοικονομήσουν ακόμα και τα προς το ζην. Με τα χρήματα που έπαιρναν από τις ηχογραφήσεις τους, οι μουσικοί αγόραζαν λικέρ, ρούχα, αυτοκίνητα και άλλα είδη πολυτελείας.
  Στη δεκαετία του 1960, βρεττανικά συγκροτήματα όπως οι Rolling Stones επέφεραν στις Ηνωμένες Πολιτείες μια νέα αίσθηση περαιτέρω εκτίμησης για μουσικούς του μπλουζ, όπως οι Muddy Waters, B.B. King και  Howlin' Wolf λόγω όχι μόνο της φήμης τους, αλλά κυρίως της επιρροής που άσκησαν πάνω τους. Έτσι οι νεαροί βρεττανοί ενίσχυσαν το σεβασμό των αμερικανών απέναντι στους καλλιτέχνες του μπλουζ. Η μουσική καλλιτεχνών, όπως οι Chuck Berry, Chubby Checker, Elvis Presley και Little Richard έφερε επίσης στο ακροατήριό τους αμφότερες τις φυλές, αφού τα τραγούδια τους απευθύνονταν σε όλους. Ειδικότερα ο Elvis Presley είχε ένα φυσικό τρόπο για να τραγουδάει τα μπλουζ που εξέπληξε και εντυπωσίαζε τόσο το μαύρο όσο και το λευκό κοινό.
  Πολλοί ιστορικοί έχουν διατυπώσει διάφορες θεωρίες που εξηγούν γιατί δισκογραφικές εταιρείες οι οποίες ανήκαν και τις διαχειρίζονταν λευκοί, απέκτησαν ξαφνικά ένα τέτοιο ενδιαφέρον για τη μπλουζ μουσική σε μια εποχή που ο φυλετικός διαχωρισμός ήταν ακόμα διαδεδομένος. Σαφώς βέβαια οι λευκοί εκτίμησαν τα μαύρα ταλέντα και σκέφτηκαν ότι η όποια εκμετάλλευσή τους ήταν ένας καλός τρόπος για να εξοικονομήσουν μερικά χρήματα. Θα μπορούσαν να πληρώσουν στην αρχή  μια λογική τιμή να εγγράψουν μερικά τραγούδια και στη συνέχεια να πωλούν τους δίσκους χωρίς να πληρώνουν δικαιώματα στον καλλιτέχνη. Ίσως θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι μάλλον οι λευκοί είχαν επίγνωση της πολιτιστικής σημασίας της μπλουζ μουσικής και ότι μέσω αυτής της συναίσθησης ενισχύθηκε  ο σεβασμός και η εκτίμηση για τη μαύρη φυλή στο σύνολό της.





















Η Ma Rainey επί σκηνής!


  Ξαναγυρίζοντας στα μουσικά και ιατρικά σώου και παραστάσεις, ξέρουμε ότι τα ταξίδια των μουσικών είναι συνήθεια παλιά σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Παραστάσεις με τροβαδούρους, στήσιμο σκηνών, ιατρικές παραστάσεις και αναβιώσεις έφεραν, για παράδειγμα, από το νότο κάποιους αξιοσημείωτους μπλουζ μουσικούς στο Κάνσας. Το 1929, για παράδειγμα, η  Ma Rainey με τους Paramount Flappers, έπαιξαν στο Κάνσας μαζί με ένα τσίρκο.  Ένας άλλος μεγάλος άνδρας των μπλουζ του Μισισιπή, ο Skip James, σε μια ανάπαυλα από την ενασχόλησή του  με τα μπλουζ στα μέσα της δεκαετίας του 1930, περιόδευσε τα μέρη του Κάνσας δίνοντας μικρές παραστάσεις στην αρχή ή στο τέλος άλλων εκδηλώσεων. Και πριν από αυτόν, δεκάδες άλλοι ταλαντούχοι αφροαμερικανοί εκτελούσαν κάποια μουσικά κομμάτια στα πλαίσια άλλων σώου, όπως τα ιατρικά, σε όπερες, δημαρχεία και σκηνές σε όλη την πολιτεία. Οι παραστάσεις έδειχναν στους κατοίκους του Κάνσας στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, ότι οι μαύροι ήταν ικανοί μουσικοί και ηθοποιοί, που τους επέτρεπε να επιτύχουν περιορισμένη αποδοχή στην κοινωνία. Παρά τις προχειρότητες των εκδηλώσεων με τους ηθοποιούς και τους τροβαδούρους, αυτές προετοίμασαν δεόντως το κοινό για εκείνες τις μορφές της μουσικής, ειδικά του μπλουζ και της τζαζ, οι οποίες αργότερα έδωσαν στους μαύρους ενεργό και πιο γνήσια φωνή στην κοινότητα. Ο πληθυσμός των μαύρων στο Κάνσας παρουσίασε μεγάλη αύξηση,  από 625 το 1860 σε πάνω από 43.000 το 1880. Ο τοπικός πληθυσμός πιέστηκε πολύ για να αφομοιώσει τους νεοφερμένους στην τοπική οικονομία και στην κοινωνία γενικότερα. Ωστόσο, οι μαύροι ήταν ήδη αναγνωρισμένοι ως ταλαντούχοι μουσικοί, λόγω της δημοτικότητας των μουσικών σώου που προαναφέραμε, όπου ένας τραγουδιστής ή μουσικός, ειδικά αυτός που τραγουδούσε ή απάγγελνε ποίηση με μουσική υπόκρουση, έδινε παραστάσεις με ακροατήριο  συνήθως την αριστοκρατία. Αν και δεν ήταν πολίτες της Πολιτείας αυτής, εν τούτοις πολλοί από αυτούς ερχόντουσαν στο Κάνσας με διάφορα σχήματα στα πλαίσια κάποιας περιοδείας. Η εμπορική επιτυχία πολλών από αυτά, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία και την απομίμηση από άλλα νέα και μικρότερα. 






















Συνηθισμένη φωτογραφία της  Ma Rainey (1886-1939), της ‘‘Μητέρας των μπλουζ’’.


  Οι εκδηλώσεις αυτές ήταν δημοφιλείς ακόμα και σε μεγάλο μέρος του εικοστού αιώνα, σε πολλές άλλες Πολιτείες. Ο Lomax θεωρεί τα τραγούδια εκείνα ως την πρώτη λαϊκή μουσική της Αμερικής. Ενώ συχνά γράφονταν και εκτελούνταν από λευκούς, εν τούτοις τα τραγούδια αυτά δανείστηκαν πολλά στοιχεία από αφροαμερικανικές  παραστάσεις. Αν και μερικές φορές ήταν υποτιμητικά και προσπαθούσαν να εξιδανικεύσουν τη ζωή στη φυτεία, οι συνθέσεις ήταν στην πραγματικότητα αφιέρωμα στη μουσική ικανότητα της μαύρης φυλής.
Lindy, oh Lindy, sweeter than sugar cane.
Lindy, Lindy, say you'll be mine.
While the moon am a shinin'
And my heart am a twinin'
Meet me dear little Lindy at the wild [minton?] vine.



















Τυπική ιατρική παράσταση με σώου στον αμερικάνικο νότο.


  Επισημαίνει επίσης, ότι τα τραγούδια αυτά ήταν πάρα πολύ δημοφιλή στα τέλη του 19ου αιώνα, και όταν το μπλουζ έφθασε στο αποκορύφωμά του το 1920, οι μουσικοί που τριγυρνούσαν στις βαμβακοφυτείες και στις πόλεις ανεξάρτητα από το χρώμα τους, εξέφραζαν με τον τρόπο τους ένα είδος κατάργησης του διαχωρισμού. με κοινά τραγούδια διαθέσιμα σε όλους. Την εποχή πριν από την έναρξη των εγγραφών σε δίσκους, οι περισσότεροι καλλιτέχνες έσπευδαν να δανειστούν άλλες επιρροές, τις οποίες ενσωμάτωναν στις δικές τους, αποδίδοντας το ίδιο τραγούδι με κάποια άλλη μορφή  στο ρεπερτόριό τους κι αργότερα στην εγγραφή του δίσκου τους.  
  Σύμφωνα με τους ιστορικούς στην αμερικανική ψυχαγωγία των μαύρων, στις αρχικές παραστάσεις υπήρχαν περίπου δεκαπέντε άντρες, μαύροι συνήθως, οι οποίοι κάθονταν σε ημικύκλιο  κουνώντας ντέφια, μόλις σηκωνόταν η κουρτίνα. Όρθιος μπροστά τους και στο κοινό, βρισκόταν ένας μεγαλειωδώς ντυμένος ομιλητής που συντόνιζε τη συζήτηση. Σε κάθε άκρο του ημικυκλίου βρίσκονταν  δύο κωμικοί με φανταχτερά κοστούμια (Mr. Bones and Mr. Tambo). Το πρώτο μέρος της παράστασης περιελάμβανε ένα παιχνίδι λέξεων μεταξύ των τριών αυτών ανδρών, καθώς και κωμικά και συναισθηματικά τραγούδια για μπάντζο και ζωντανούς χορούς  από τους υπόλοιπους. Το δεύτερο τμήμα αποτελείτο από ακροβατικά, κωμωδία και διάφορα άλλα σκετς. 
  Ξεκινώντας το 1909, οι μαύροι είχαν δικό τους κύκλωμα βαριετέ το οποίο τελικά έφτανε σε πολλά τμήματα της χώρας. Τα χρήματα που κέρδιζαν οι μαύροι καλλιτέχνες ήταν σχετικά λίγα,  εκτός από τους φημισμένους Ma Rainey, Bessie Smith, Ethel Waters, και κάποιους άλλους. Στο τέλος της παράστασης οι καλλιτέχνες έτρωγαν, οι μαύροι πίσω στα παρασκήνια, ενώ οι λευκοί ξεχωριστά καθισμένοι σε κάποιο πάγκο.  Το 1902, ο παρουσιαστής  σε σώου,  Billy McClain, συνελήφθη στην πόλη του Κάνσας επειδή είχε ‘πάρα πολλά κοσμήματα για έγχρωμο άνδρα’, δηλαδή διαμάντια αξίας επτά χιλιάδων δολαρίων, αλλά αφέθηκε τελικά ελεύθερος αφού διαπιστώθηκε ότι οι πέτρες ήταν δικές του. Ο Billy McClain (1866-1950) ήταν αφροαμερικανός ακροβάτης, κωμικός και ηθοποιός που πρωταγωνίστησε σε αυτές τις παραστάσεις πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έγραψε, παρήγαγε και σκηνοθέτησε αρκετά μεγάλες παραστάσεις και φαντασμαγορικές εκδηλώσεις που απευθύνονταν σε ευρύτερο κοινό, και ακόμα μια σειρά από λαϊκά τραγούδια. 






















Πρόχειρες αυτοσχέδιες σκηνές για μικρότερης εμβέλειας εκδηλώσεις.


  Στις 16 Σεπτεμβρίου 1923, η καθημερινή και μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Wichita Eagle, ανέφερε ότι ο  W.C. Handy, ο οποίος είχε κυκλοφορήσει το St.Louis Blues στα 1914, θα εμφανιζόταν στο Θέατρο Crawford, γεγονός που αποδεικνύει ότι τα μπλουζ είχαν ήδη πάρει τη θέση τους μέσα σε αυτά τα σώου. ‘‘Both balconies for colored persons’’, έγραφε μια σχετική διαφήμιση. Ο διαχωρισμός ήταν ακόμα σε ισχύ, σε κάποιο βαθμό, αλλά τουλάχιστον οι εκτελεστές με τη μουσική τους, έδειχναν τα αληθινά τους συναισθήματα μπροστά στους λευκούς. Αυτή ήταν η μια κατηγορία του περιοδεύοντος σώου. Η επόμενη ήταν μικρότερη, και συνήθως ελάμβανε χώρα σε αγροτικές περιοχές. 
  Τα ιατρικά σώου, που ξεκίνησαν τον προηγούμενο αιώνα, ταξίδεψαν σε όλη τη χώρα, φέρνοντας τη μουσική αλλά και την αγυρτεία, στις απομονωμένες πόλεις και χωριά. Οι παραστάσεις αυτές πάντρεψαν τους παλιούς τσαρλατάνους με την αμερικανική δημοφιλή ψυχαγωγία του δέκατου ένατου αιώνα, μέσα στις  συνήθεις διαδρομές στις περιοχές του νότου και των μεσοδυτικών πολιτειών. Ο ‘γιατρός’ εδώ είχε την υποχρέωση όχι μόνο να προσελκύσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο πλήθος, αλλά να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον του και να πείσει ορισμένους από αυτούς που παρακολουθούσαν το σώου, να τους απαλλάξει από τους πόνους. Το κοινό στις ανωτέρω αναφερθείσες περιοχές ήταν πάντως πιο δεκτικό στην καλλιτεχνία και τη στρεψοδικία, πιθανώς λόγω της σχετικής ποιότητας των παραστάσεων. Άλλωστε όπως ανέφεραν πολλοί συμμετέχοντες, τα ιατρικά σώου και οι επιδείξεις φαρμάκων ήταν συχνά η μόνη διασκέδαση που οι χωρικοί πήγαιναν να δουν. Το ένα τρίτο από τις παραστάσεις ήταν διαλέξεις, επιδείξεις και  πωλήσεις, ενώ το υπόλοιπο διασκέδαση, τις περισσότερες φορές κάποια ποικιλία με σώου στα οποία η μουσική είχε πρωταγωνιστικό και καίριο  ρόλο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1850 μάλιστα, προστέθηκαν και μελωδίες με μπάντζο. Αν και πολλά από τα μουσικά σύνολα αποτελούνταν από κορνέτα, μπάσο, τύμπανο, μπάντζο, βιολί και τούμπα, μερικά άλλα διέθεταν μόνο δύο μπάντζο και μια κιθάρα.  Αυτά τα μικρότερα συγκροτήματα, ιδίως εκείνα που έπαιζαν στο νότο, εκτελούσαν σχεδόν αποκλειστικά μπλουζ σε συνδυασμό με κάποια βαριετέ.  Έτσι τα ιατρικά σώου και οι επιδείξεις, επέτρεψαν στους τοπικούς καλλιτέχνες του μπλουζ καθώς και στους άλλους μουσικούς, να τραγουδήσουν τα μπλουζ σε κάθε λαϊκή τοπική μορφή. Η Γκέρτρουντ Πρίτζετ, η γνωστότερη ως  Ma Rainey (1886-1939), για παράδειγμα, χαρακτηρίστηκε και καλώς, μία από τις πιο μεγάλες αμερικανίδες καλλιτέχνιδες, τραγουδίστριες των μπλουζ, της τζαζ  και του βοντβίλ, κι ακόμα κωμική ηθοποιός, και χορεύτρια των ήδη αναφερθέντων μίνστρελ παραστάσεων. Το γεγονός ότι ήταν από τις πρώτες γυναίκες που ασχολήθηκαν με το μπλουζ, τις έδωσε το προσωνύμιο ‘Μητέρα’ του συγκεκριμένου είδους. Η Ma Rainey αρχικά εντάχτηκε στο μίνστρελ συγκρότημα του Φρεντ Σ. Γουόλκοτ (F.S. Wolcott's), Rabbit Foot Minstrels, με το οποίο περιόδευσε στις νότιες και μεσοδυτικές πολιτείες στις αρχές αυτού του αιώνα, μέχρι το έτος 1916 οπότε και ίδρυσε το δικό της σχήμα ‘Rainey and Rainey, Assassinators of the Blues’. Το 1924, άρχισε να συνεργάζεται με την Theatre Owners Booking Association με σκοπό να προωθήσει τις ηχογραφήσεις της στην εταιρεία Paramount. Αν και στις εμφανίσεις της χρησιμοποιούσε το όνομα Μαντάμ Γκέρτρουντ, έγινε τελικά περισσότερο γνωστή με το ψευδώνυμο Μα, που αποτελεί συντομογραφία του Μάμα, είτε γιατί αποτελούσε μητρική φιγούρα, είτε γιατί παρέπεμπε σε μα φιλήδονη και επιθυμητή γυναίκα. Ο τραγουδιστής των μπλουζ του Σικάγου και των γκόσπελ, Gatemouth Moore (1913-2004), όταν συνάντησε και άκουσε τη Ma Rainey το 1930 σε μια πανήγυρη του Κάνσας, δεν δίστασε να ενταχθεί στο σχήμα της. Σημειωτέον ότι η τραγουδίστρια τότε, ήταν μόλις δεκαεπτά ετών και εμφανιζόταν σε όλες τις εκθέσεις στο Κάνσας, την Οκλαχόμα, το Τέξας και το Μισισίπι, σε εποχιακή βάση πάντοτε.
  Το 1934 όμως, ο Gatemouth Moore εγκαταστάθηκε στη Μέκκα των μπλουζ, το Μέμφις με την πασίγνωστη Beale Street. Στο Μέμφις τότε πραγματοποιούνταν πολλά ιατρικά σώου και επιδείξεις, και υπήρχε κάποια παράδοση στις μπάντες, που έδινε στα μπλουζ, μια ελαφρύτερη αίσθηση, ειδικά σε αυτά που έρχονταν από την περιοχή του Δέλτα. Ο Will Shade, γνωστότερος ως Son Brimmer και ηγετικό στέλεχος της Memphis Jug Band, περιόδευε σε όλη την πολιτεία του Μισισίπι, μαζί με τα ιατρικά σώου και τις ανάλογες επιδείξεις και παραστάσεις στις αρχές της δεκαετίας του 1920. 
And I'm goin' to the river, gonna buy me a rocking chair,
When the blues overtakes me, goin' to rock 'em way away from here.
  Ένας άλλος παίκτης του μπάντζο στο Μέμφις, ο Gus Cannon (1883-1979), δούλευε σε τέτοιες ιατρικές παραστάσεις  ήδη από το 1918, δίνοντας μια ιδέα για το πώς ήταν και άρχισαν τα πρώτα μπλουζ. 
Don't you never let one woman worry your mind
She'll keep you worried, troubled all the time.

  Σε αυτή την ηχογράφηση 1928, αναγνωρίζεται εύκολα το παλιό μίνστρελ με τα καινοτόμα μπλουζ. Ένα βήμα πέρα από τα παλιά τραγούδια των φυτειών, αυτή η αγροτική μουσική μίλησε για την αλήθεια των μπλουζ σε ένα κοινό που βρισκόταν συγκεντρωμένο στο δρόμο γύρω από  πρόχειρα στημένες  ξύλινες πλατφόρμες ή  σκηνές. Ο Gus Cannon πρέπει να τονίσουμε, συνεργάστηκε με τους ‘γιατρούς’ Stokey, Benson, CE Hangerson και EB  Milton, κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι τραγουδιστές των ιατρικών αυτών παραστάσεων του Μέμφις, βρίσκονταν στο δέλτα του Μισισιπή κάθε καλοκαίρι, όπου άφηναν τις δικές τους μελωδίες, αλλά ταυτόχρονα έπαιρναν μαζί τους κάποιες άλλες που άκουγαν σε κάθε μέρος που πήγαιναν, τις οποίες αργότερα χρησιμοποιούσαν μέσα στο δικό τους ρεπερτόριο. Οι ιατρικές παραστάσεις έφερναν  ψυχαγωγία και εμπορικά παζάρια στην αγροτική Αμερική, συνδέοντάς τα μεταξύ τους, πράγμα που αντικατοπτρίστηκε στα ραδιοφωνικά προγράμματα στην αρχή και τα τηλεοπτικά   κατά τα επόμενα έτη. Στην εποχή του αυτοκινήτου, τα πράγματα άλλαξαν λίγο και η σκηνή της παράστασης συχνά ήταν η καρότσα ενός φορτηγού. Οι εκδηλώσεις άρχιζαν με μια τραγουδίστρια η οποία έλεγε αστεία, εκτελούσε τα μπλουζ ή κάποια μίνστρελ κομμάτια. Μόλις το πλήθος ζεσταινόταν, εμφανιζόταν ο ‘γιατρός’ ο οποίος διαλαλούσε και πουλούσε το προϊόν του. Η τεχνική πώλησης αναμενόταν να είναι τόσο διασκεδαστική, όπως την παράσταση.
  Ένας άλλος τραγουδιστής του Μέμφις, ο Jim Jackson, ηχογράφησε το ‘Jim Jackson's Kansas City Blues’ το 1927, το οποίο ήταν περισσότερο ‘ιατρικό’ παρά μπλουζ.

If you don't want my peaches, don't shake my tree.
I ain't after that woman, but she sure likes me.
I've got to move to Kansas City, mama,
Sure as you're born. (REPEAT)
I've got to move to Kansas City, honey,
Where they don't 'low you.

  Ο Jackson περιόδευσε με πολλά συγκροτήματα: Silas Green, Abbey Sutton, Red Rose Minstrels, και Minstrels Rabbit Foot, ενώ ηχογράφησε και τριάντα ένα ανεκτίμητα τραγούδια. Όπως γράφτηκε μάλιστα, τα μπλουζ του Μέμφις ήταν πιο ήπια, ομιλητικά, ανακατεμένα με τραγούδια των ιατρικών παραστάσεων, λαϊκά τραγούδια και μπαλάντες που ήταν δημοφιλή στη χώρα.




















  Ο  Blind Willie McTell (1898-1959) από την Πολιτεία της Georgia, πέρασε πολλά από τα εφηβικά του χρόνια απασχολούμενος με τα ιατρικά σώου  και τις περιοδείες με παρεμφερή θέματα. Έπαιζε δωδεκάχορδη κιθάρα και ενσωμάτωσε τα τραγούδια που ακούγονταν στα ιατρικά σώου στο υλικό του μπλουζ. 
  Βγαίνοντας από την αφόρητη δουλεία, οι αφροαμερικανοί βρέθηκαν σε επισφαλή κοινωνική θέση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάποιες φορές την ψευδή απεικόνιση της μαύρης ζωής όπως αυτή απεικονίστηκε στα τραγούδια τους, πράγματα τα οποία συζητήθηκαν κατά κόρο στον εικοστό αιώνα και φυσικά γράφτηκαν και έμειναν στην περιρρέουσα μουσική βιβλιογραφία του εικοστού αιώνα. 
Βιβλιογραφία
-Bane, Michael. White Boy Singin' the Blues. New York: Da Capo Press, Inc., 1982.
-Davis, Francis. The History of the Blues. New York: Hyperion, 1995.
-Palmer Robert:  Deep Blues: A Musical and Cultural History of the Mississippi Delta. Penguin Books. 1982. 
-Graber Cynthia: Snake Oil Salesmen Were on to Something. Scientific American. Nov. 1, 2007. 
-Palmer, Robert. Deep Blues. New York: Viking Penguin, Inc., 1981.
-Mestel Rosie: Snake Oil Salesmen Weren't Always Considered Slimy. Los Angeles Times. July 01, 2002. 





12 Ιουλίου 2014

(H πανσέληνος)

Η πανσέληνος.
Σκαρφαλώνει τη νύχτα.
Λεξομιξία. 

(12.07.2014)