30 Οκτωβρίου 2014

Ελένη Κοφτερού - Δυο Ποιήματα


Κατοικίδιος Φόβος

Παρόλο που τις θάλασσες 
φοβόμουν
στα πλοία λαχταρούσα 
να κρατάω το τιμόνι.
(Αδύνατον όπως καταλαβαίνετε
έτσι το φόβο 
μοναχά κρατούσα)
συνήθισε και έμεινε μαζί μου στη στεριά 
σαν κατοικίδιο εξημερωμένο
αστειευόμενος 
καμιά φορά 
βγάζει τα νύχια του 
για να τρομάξει τις λέξεις 
που σαν άμπωτη 
τραβιούνται στο χαρτί
κι αυτές οι άμοιρες
πεθαίνουν από συγκοπή
"στερούνται χιούμορ" 
αποφαίνονται οι γνωστοί...



Βελόνας Βεβαιότητες

Αυτό το μικροσκοπικό κεντρί
το δίχως δηλητήριο
που δένει μʼ όρκους άδολης στοργής
εγγόνια μακρινά μεταξοσκώληκα
και βαμβακιού τους λειασμένους απογόνους
Κοιτάξτε πώς ακκίζεται!
το πρώτο γάλα στα χρωματιστά κουμπιά καθώς χαρίζει
εξαίσια βεβαιότητα «που κρέμεται από μια κλωστή» 
τους στερεώνει
μοίρα τραχιά ή μεταξένια
άραγε ποιος γνωρίζει;
Κι όλο κεντά δική της
μιαν «Οδύσσεια»
επάνω σε καμβάδες ξεπεσμένους
υφάσματα ορφανά.
Για ένα μόνο είναι βέβαιη.
Ποτέ της «δούρεια δαχτυλήθρα»
δε θα προσκυνήσει
είναι ηδονή ανείπωτη
να νιώθει τις σταγόνες
κόκκινες ζεστές 
καθώς υπενθυμίζουν στους ανθρώπους
πως δεν είναι παρά 
ισχνές αιμάτινες κλωστές 
στο εργόχειρο της γης
κι όλο φοβούνται 
μην τυχόν βρεθεί κανένα 
ψαλιδάκι ξεχασμένο
στα χέρια ανήλικων αγγέλων...


29 Οκτωβρίου 2014

Olivier Messiaen - Quatuor pour la fin du temps

Olivier Messiaen - Quatuor pour la fin du temps (for clarinet (in B-flat), violin, cello, and piano)
(πηγή κειμένου: wikipedia.org)
 
The work is in eight movements. Quotations are translated from Messiaen's Preface to the score.

Liturgie de cristal

I. "Crystal liturgy", for the full quartet. In his preface to the score, Messiaen describes the opening of the quartet:
Between three and four in the morning, the awakening of birds: a solo blackbird or nightingale improvises, surrounded by a shimmer of sound, by a halo of trills lost very high in the trees. Transpose this onto a religious plane and you have the harmonious silence of Heaven.
The opening movement begins with the solo clarinet imitating a blackbird's song and the violin imitating a nightingale’s song. The underlying pulse is provided by the cello and piano: the cello cycles through the same five-note melody (using the pitches C, E, D, F-sharp, and B-flat) and a repeating pattern of 15 durations. The piano part consists of a 17-note rhythmic pattern permuted strictly through 29 chords, as if to give the listener a glimpse of something eternal.

Vocalise, pour l'Ange qui annonce la fin du Temps

II. "Vocalise, for the Angel who announces the end of time", for the full quartet.
The first and third parts (very short) evoke the power of this mighty angel, a rainbow upon his head and clothed with a cloud, who sets one foot on the sea and one foot on the earth. In the middle section are the impalpable harmonies of heaven. In the piano, sweet cascades of blue-orange chords, enclosing in their distant chimes the almost plainchant song of the violin and cello.

Abîme des oiseaux

III. "Abyss of birds", for solo clarinet.
The abyss is Time with its sadness, its weariness. The birds are the opposite to Time; they are our desire for light, for stars, for rainbows, and for jubilant songs.
A test for even the most accomplished clarinetist, with an extremely slow tempo marking quaver (eighth note) = 44.

Intermède

IV. "Interlude", for violin, cello, and clarinet.
Scherzo, of a more individual character than the other movements, but linked to them nevertheless by certain melodic recollections.

Louange à l'Éternité de Jésus

V. "Praise to the eternity of Jesus", for cello and piano.
Jesus is considered here as the Word. A broad phrase, "infinitely slow", on the cello, magnifies with love and reverence the eternity of the Word, powerful and gentle, "whose time never runs out". The melody stretches majestically into a kind of gentle, regal distance. "In the beginning was the Word, and Word was with God, and the Word was God." (John 1:1 (King James Version))
The music is arranged from an earlier, unpublished piece, "Oraison" from "Fêtes des belles eaux" for 6 Ondes Martenots, performed at the Paris World Fair in 1937. The tempo marking is infiniment lent, extatique ("infinitely slow, ecstatic").

Danse de la fureur, pour les sept trompettes

VI. "Dance of fury, for the seven trumpets", for the full quartet.
Rhythmically, the most characteristic piece of the series. The four instruments in unison imitate gongs and trumpets (the first six trumpets of the Apocalypse followed by various disasters, the trumpet of the seventh angel announcing consummation of the mystery of God) Use of added values, of augmented or diminished rhythms, of non-retrogradable rhythms. Music of stone, formidable granite sound; irresistible movement of steel, huge blocks of purple rage, icy drunkenness. Hear especially all the terrible fortissimo of the augmentation of the theme and changes of register of its different notes, towards the end of the piece.
Toward the end of the movement the theme returns, fortissimo, in augmentation and with wide changes of register.

Fouillis d'arcs-en-ciel, pour l'Ange qui annonce la fin du Temps

VII. "Tangle of rainbows, for the Angel who announces the end of time", for the full quartet.
Recurring here are certain passages from the second movement. The angel appears in full force, especially the rainbow that covers him (the rainbow, symbol of peace, wisdom, and all luminescent and sonorous vibration). – In my dreams, I hear and see ordered chords and melodies, known colors and shapes; then, after this transitional stage, I pass through the unreal and suffer, with ecstasy, a tournament; a roundabout compenetration of superhuman sounds and colors. These swords of fire, this blue-orange lava, these sudden stars: there is the tangle, there are the rainbows!

Louange à l'Immortalité de Jésus

VIII. "Praise to the immortality of Jesus", for violin and piano.
Large violin solo, counterpart to the violoncello solo of the 5th movement. Why this second eulogy? It is especially aimed at second aspect of Jesus, Jesus the Man, the Word made flesh, immortally risen for our communication of his life. It is all love. Its slow ascent to the acutely extreme is the ascent of man to his god, the child of God to his Father, the being made divine towards Paradise. 
The music is an arrangement of the second part of his earlier organ piece "Diptyque", transposed up a major third from C to E.

Ακούστε το εδώ με τους

Richard Nunemaker, Clarinet και το
Trio Oriens
Johnny Chang, Violin
Olive Chen, Cello
I-Ling Chen, Piano
  

 

22 Οκτωβρίου 2014

Υπόγειο [Ρίτα Μπούμη Παπά]


Υπόγειο

Τους ήλιους δεν εμέτρησες
που σε ζητήσαν τόσα χρόνια
πού 'σαι γυναίκα
με τα γαλάζια τσίνορα

Σ' έκρυψε στο φουστάνι της
η μαραμένη κοπέλα
πέντε χειμώνες σ' έθαψαν
σε χιόνι λασπερό

Μεγάλη νυχτερίδα τρέφεται
απ' τη νιότη σου
γι' αυτό νωρίς βραδιάζει
πριν χορτάσεις
το μεσημέρι καίει
στα ψηλά τα δώματα
το κύμα του ξανθό
λούζει τους δρόμους

Πεθαίνεις με τους ποιητές
κάθε ηλιοβασίλεμα
τα χέρια σου μυρίζουν
απ' τα μαλλιά τους
χτυπάει η καμπάνα
που δεν πιστεύεις πια
σε ξένη αυλή συνομιλείς
με το φεγγάρι

Σου 'φερε ο Μυλόζ
φέτος την άνοιξη
την πείνα σου ποιος άλλος
μπορούσε να νοιαστεί
φουρτούνιασε τη γειτονιά
το φιλντισένιο αμάξι του
γίνου όμορφη γίνου όμορφη
στα περιβόλια θα σε δείξει

Έχεις ένα χαμόγελο
από μαργαριτάρια
ψαράδες Σικελοί
στο ταίριασαν να το φοράς
ψάξε και βρες το
πριν σε κλείσει η νύχτα
σ' ένα υπόγειο βαθύτερο
από τούτο

Ακούστε το εδώ με τους Χάρη και Πάνο και Κατσιμίχα

NASA Space Sounds

Although space is a virtual vacuum, this does not means there is no sound in space.
Sound does exist as electromagnetic vibrations.
Through specially designed instruments the NASA Voyager, INJUN 1 ISEE 1, and HAWKEYE space probes used Plasma Wave antenna to record the vibrations all within the range of human hearing (20-20.000 Hz).
The recorded sounds are the complex interactions of charged electromagnetic particles from the Solar Wind, ionosphere, and planetary magnetosphere.
The recordings include:
Saturn’s ring
Miranda
Neptune
Voice of Earth
Saturn
Jupiter
Io
Rings of Uranus
Song of Earth
and Uranus 

The following is a sample of the original recordings:

 

20 Οκτωβρίου 2014

Kάτι καλύτερο από τον εαυτό σου


Kάτι καλύτερο από τον εαυτό σου.

[κείμενο συνοδευτικό της έκδοσης της μετάφρασης του The Song of Hiawatha by Henry W. Longfellow]


Στις δύο τελευταίες στροφές του 21ου μέρους του ποιήματος The Song of Hiawatha του Longfellow, ο Hiawatha απευθυνόμενος προς τους ανθρώπους του λαού του τους μιλάει για το ζοφερό τους μέλλον:

"Σ’ εκείνο τ’ όραμα, επίσης,
Όλα τα μυστικά του μέλλοντος,
Των μακρινών ημερών που πρόκειται να ‘ρθούνε, εγώ είδα. 
Των άγνωστων πολυπληθών εθνών
Τις πορείες προς τη δύση, εγώ είδα.
Όλ’ η γη μ’ ανθρώπους είχε γεμίσει,
Ανήσυχους, αγωνιστές, να μοχθούνε, να ποθούνε, 
Γλώσσες πολλές να μιλάνε,
Κι ακόμη, με μια καρδιά στα στήθη τους να χτυπάει, να αισθάνονται. 
Στα δάση τα τσεκούρια τους αντηχούσανε, 
Οι πόλεις τους σ’ όλες τις κοιλάδες καπνίζανε,  
Πάνω απ’ όλες τις λίμνες και τα ποτάμια
Τα μεγάλα τους από κεραυνό κανό ορμούσανε,

 "Στη συνέχεια, ένα πιο σκοτεινό και πιο θλιβερό όραμα,
Ασαφές σα σύννεφο, μπροστά μου πέρασε· 
Το έθνος μας διασκορπισμένο εγώ είδα,
Όλες οι συμβουλές μου είχανε ξεχαστεί,
Αποδυναμωμένα κι αναμεταξύ τους να μάχονται,
Τ’ απομεινάρια των λαών μας, εγώ είδα:
Προς τα δυτικά, άγρια και θρηνώντας,
Σαν τα σύννεφα μιας θύελλας, 
Σαν τα μαραμένα φύλλα του φθινοπώρου, να σαρώνονται!"

Πράγματι οι ευρωπαίοι έποικοι, αφού εγκαταστάθηκαν στο νέο κόσμο, αφενός ριχτήκανε στον αγώνα της επιβίωσης αφετέρου αφανίσανε τους αυτόχθονες πληθυσμούς των ινδιάνων θεωρώντας τους, για αυτό το ελεύθερο που ήταν, ως ανυπέρβλητο εμπόδιο στην κατακυρίευση και υπερεκμετάλλευση του κόσμου που βρισκότανε μπροστά τους για αυτούς. Οι δομές των κρατών που δημιουργήσανε σε όλη την εξέλιξή τους ήταν και παραμείνανε ταξικές και ρατσιστικές. Ως προς το δεύτερο αρχικά απέναντι στους ινδιάνους όπου στοχεύανε και τελικά πετύχανε τον αφανισμό τους και αργότερα απέναντι και στους μαύρους, τους οποίους φέρνανε για δούλους από τη δυτική Αφρική. Χαρακτηριστικό των κοινωνιών του νέου κόσμου ήταν πως τη στάση αυτή απέναντι στους ινδιάνους την είχαν υιοθετήσει και αποδεχτεί όλα ανεξαιρέτως τα κοινωνικά στρώματα (πλην των μαύρων δούλων) των κρατών που συνιστούσανε τις ΗΠΑ θεωρώντας, όλοι τους, πως οφείλανε να τους αφανίσουν.
Ο κορυφαίος αμερικανός μυθιστοριογράφος John Steinbeck μας μεταφέρει στο έργο του όσο κανείς άλλος το πάθος των ευρωπαίων εποίκων και των απογόνων τους για τη γη που ιδιοποιήθηκαν και τον πλούτο που ελπίζανε πως θα μπορούσανε να κερδίσουνε καθώς και τις κοινωνικές συνέπειες από τις έντονες ταξικές διαφορές χωρίς, όπου του δινόταν η ευκαιρία, να παραλείπει να δικαιολογεί - ή να προσπερνάει ως κάτι που έπρεπε να γίνει - την προσπάθεια όλων των κοινωνικών τάξεων (που στη συγκεκριμένη περίπτωση παραμερίζανε τις ταξικές τους διαφορές και λειτουργούσαν ως αν ένα σώμα) να αφανίσουνε τους αυτόχθονες ινδιάνους. 
Υπάρχει όμως, συγκεκριμένα στο 23ο κεφάλαιο τους μυθιστορήματος του «Τα Σταφύλια της Οργής», το παρακάτω χαρακτηριστικό απόσπασμα (μετ. Κοσμά Πολίτη):
[…] Πάνω στη βουνοραχιά στεκόταν ένας αντάρτης, κατάματα στον ήλιο. Ήξερε πως έτσι γινόταν σημάδι. Στεκόταν με τα χέρια του απλωμένα. Ολόγυμνος σαν την αυγή, κατάματα στον ήλιο. Μπορεί και να 'ταν τρελός. Δεν ξέρω. Στεκόταν με τα χέρια του απλωμένα, ίδιος σταυρός. Μας χώριζαν τετρακόσια μέτρα. Οι φαντάροι, που λες, γέμισαν τα ντουφέκια, σάλιωσαν και το δάχτυλο τους για να δουν από πού φυσάει, κι έπειτα κοκαλιάσανε δίχως να μπορούν να τραβήξουν. Μπορεί κάτι να κατάλαβε ο Ινδιάνος. Να κατάλαβε πως δεν μπορούσαμε να του τραβήξουμε. Καθόμαστε με τα ντουφέκια ορθά, ούτε καν που τα ακουμπήσαμε στον ώμο μας. Τον κοιτάζαμε. Μια κορδέλα δεμένη γύρω στο κεφάλι του, μ' ένα φτερό. Τον ξεχωρίζαμε ολοκάθαρα, κι αυτός ολόγυμνος όπως ο ήλιος. Καθόμαστε και τον κοιτάζαμε για ώρα - εκείνος ακούνητος στη θέση του. Ο λοχαγός μου γίνηκε έξω φρενών. «Τραβάτε, βρε μπάσταρδοι» ξεφώνισε. «Τραβάτε του!» Εμείς καθόμασταν μονάχα και κοιτάζαμε. «Θα μετρήσω ως τα πέντε κι έπειτα θα σας τινάξω τα μυαλά στον αέρα!» φώναξε ο λοχαγός. Που λες, σηκώσαμε τα ντουφέκια μας αργά αργά, κι ο καθένας μας έλπιζε πως θα τραβήξει πρώτα κάποιος άλλος. Ποτέ στη ζωή μου δεν ένιωσα τόσο μεγάλη πίκρα. Τον σημάδεψα στην κοιλιά, είναι το μόνο σίγουρο μέρος για να πετύχεις έναν Ινδιάνο... και τότε... Έπεσε με τα μούτρα και κυλίστηκε. Ανεβήκαμε το βουναλάκι. Δεν ήταν μεγαλόσωμος - κι όμως έδειχνε πρωτύτερα τόσο μεγάλος εκεί πάνω. Μικρούλης, μες στα αίματα, ξεκοιλιασμένος. Σου 'τύχε ποτέ να δεις καμιά αρσενική φραγκόκοτα, όμορφη και καμαρωτή, το κάθε της φτερό ζωγραφιστό, ακόμα ως και τα μάτια της ζωγραφιστά με το πινέλο; Μπαμ! Τη σηκώνεις από χάμω - μες στα αίματα, κουβαριασμένη, και είναι σαν ν' αφάνισες κάτι καλύτερο από τον εαυτό σου˙ και δε σου κάνει όρεξη ούτε να φας, γιατί σκότωσες κάτι μέσα σου, και ποτέ σου δεν μπορείς να το βρεις τι είναι.[…],
στο οποίο αξίζει να σταθούμε καθώς μες σε αυτό θα βρούμε την ουσία των αιτίων του ολοκαυτώματος των ινδιάνων.
Ο ευρωπαίος έποικος και οι απόγονοί του, ανεξάρτητα της κοινωνικής τάξης που βρισκότανε, αφενός είχε μεταφέρει μαζί του ως νοοτροπία και ζητούσε να εγκαταστήσει (κάτι που το πέτυχε εξάλλου) την κρατική δομή, γιατί του ήταν αδύνατο να λειτουργήσει έξω από αυτήν, αφετέρου αντιμετώπιζε τη φύση ως μία ανεξάντλητη πηγή πλούτου από την οποία όφειλε να κερδίζει τα μέγιστα με μόνη προοπτική την αειφόρο οικονομική ανάπτυξη (να μην ξεχνάμε πως και ο μαρξισμός αυτό ευαγγελιζότανε, την αειφόρο ανάπτυξη, την οποία το προλεταριάτο ήταν αυτό που θα πετύχαινε χωρίς τις αντιφάσεις του καπιταλισμού). Στον αντίποδα ακριβώς βρισκόταν ο ινδιάνος. Στον αντίποδα όλων! Όντας ελεύθερος ποτέ του δεν είχε εγκαταστήσει κάποιου είδους κρατική δομή να κυριαρχεί πάνω στις κοινωνίες του και επιπλέον όντας φυσικός άνθρωπος είχε τη σοφία να παίρνει από τη φύση μόνον ό,τι πραγματικά χρειαζότανε και να απολαμβάνει βαθιά την παρουσία του σε αυτήν με την οποία ένοιωθε πως ήταν ένα. Μια παρουσία που μάλιστα την εξέφραζε μέσω ενός πανέμορφου (από τα λίγα δείγματα που σώθηκαν) ποιητικού λόγου και μυθοποιώντας τα φυσικά φαινόμενα. Για τον φυσικό αυτόν άνθρωπο: ιδιοκτησία γης, εκμετάλλευση ανθρώπου από άλλον άνθρωπο ή της φύσης από τον άνθρωπο και υποκρισία ήταν αδιανόητα. Δεν υπήρχαν. Δυστυχώς όμως για αυτόν τον αυτόχθονα ινδιάνο τα έφεραν και τα εγκατέστησαν στη γη που ζούσε οι ευρωπαίοι έποικοι. Σε αυτόν τον κόσμο όπως διαμορφωνόταν οι έποικοι και οι απόγονοί τους «δεν βλέπανε» πως θα μπορούσανε να συνυπάρξουνε μαζί του και τον αφάνισαν. Τον αφάνισαν, αυτόν τον καλύτερό τους, χωρίς ιδιαίτερες αναστολές - μάλλον το αντίθετο! αφού χρησιμοποιήσανε μέχρι και μεθόδους βιολογικού πολέμου - γιατί «έπρεπε» να εγκαταστήσουνε τον κόσμο, τον κατώτερο κόσμο της εκμετάλλευσης, που φέρνανε μέσα τους.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους φίλους Μπάμπη Χαραλαμπόπουλο και Αποστόλη Θηβαίο για την αγάπη με την οποία αντιμετώπισαν αυτή την προσπάθεια και τα κείμενα που προσφέρανε για πρόλογο και επίλογο κι επιπλέον τον Μπάμπη Χαραλαμπόπουλο για την υπομονή του στη γραμματική και συντακτική επιμέλεια της μετάφρασης. Επίσης ιδιαίτερα ευχαριστώ και την κόρη μου Γιάννα Πρίμπα για το σχέδιο του εξώφυλλου.

Το παρόν αποτελεί το πρώτο μέρος ενός αφιερώματος του www.24grammata.com για τον πολύ σημαντικό αυτό αμερικανό λογοτέχνη, τον Henry W. Longfellow. Το δεύτερο μέρος θα το αποτελέσει το επόμενο ebook της σειράς «εν-καινώ» του 24Γράμματα και θα αναρτηθεί την 2 Νοεμβρίου 2014. Πρόκειται για μια συλλογή 10+5 ποιημάτων του Henry W. Longfellow σε εξαιρετική μετάφραση από τον Βασίλη Κομπορόζο.


The Song of Hiawatha by Henry W. Longfellow [απόδοση στα ελληνικά: Γιώργος Πρίμπας]



















Διαβάστε ή κατεβάστε (σε μορφή pdf), ακολουθώντας το σύνδεσμο εδώ, το ενενηκοστό πέμπτο βιβλίο της σειράς "εν καινώ" των 24Γραμμάτων, το ποίημα: "The Song of Hiawatha" του Henry W. Longfellow σε απόδοση στα ελληνικά: Γιώργου Πρίμπα.
--------------------------------------------------------------------------------------------------



Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα ταυτίζεται αναπόφευκτα με τις ανάγκες, τις προτεραιότητές και τις επιθυμίες του. Αυτά αποτελούν και τον "πολιτισμό του". Ο εναγκαλισμός του όμως με τον καπιταλισμό και τις αρχές του που τόσο ψευδώνυμα παρουσιάζονται από τους, ανά τον κόσμο, κρατούντες ως "φυσική θέση", αγνοώντας την αξιοπρέπεια της ανθρώπινης υπόστασης, την αξία και τη σημασία του φυσικού σύμπαντος και την ειλικρινή ανάγκη να δομηθεί μια υγιής σχέση στην ενηλικίωση ψυχής και ύλης, έχει συχνά διαστρέψει, αλλοιώσει και παραχαράξει την αλήθεια στον τόπο της ιστορίας. 
Η απόπειρα του Γιώργου Πρίμπα να μας υπενθυμίσει ν' αναγνώσουμε την πραγματική ιστορία του πολιτισμού των Ινδιάνων της Αμερικής, μέσα από τους μύθους  τους στο "Άσμα του Χιαγουάθα", αποκτά την αξία μιας μικρής ή μεγάλης αντίστασης (που το μέγεθος της είναι απολύτως προσωπική υπόθεση) απέναντι σε μια σύγχρονη κουλτούρα που "τα ιερά" της φύσης, του έρωτα, της γνώσης για τον κόσμο και εν τέλει την αξία της ύπαρξης  την ποιεί και την δοξάζει με το κόκκινο της Coca- Cola, το φανταχτερό της BMW,τους πολυποίκιλτους σταυρούς, τις χρυσοφόρες τράπεζες και τα λάγνα ευρωδόλαρα. "Το Άσμα του Χιαγουάθα", διαβάζεται σαν ένα λεξικό αποκρυπτογράφησης της ζωής που μας λείπει, είναι καλύτερα η παλέτα που μας μαθαίνει να χρησιμοποιούμε και να απολαμβάνουμε τα χρώματα της φύσης, της ανθρωπιάς, της ελπίδας για να μπορέσουμε να αντιπαλέψουμε το μαύρο που κυριαρχεί και απειλεί το μέλλον μας. 

Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος

------------------------------------------------------------------------------------------------


     Να Παίζουν τα Τρανζίστορ τ’ Αμερικάνικα 

     Στο Vertigo του Γάλλου στοχαστή Λεβύ περιλαμβάνονται εμπειρίες και σήματα από τη ζωή της αμερικανικής ενδοχώρας. Πολιτιστικά απογεύματα με σαφή φολκλορική διάθεση στις κωμοπόλεις του πουθενά, εμπρός απ΄ τ΄ αυτοσχέδια θέατρα. Σ΄ αυτά τα τόσο μακρινά και φανταστικά, σχεδόν μέρη μπορείς να δεις τους απογόνους των ιθαγενών φυλών. Τον γρήγορο βίσωνα, τον άνθρωπο ουράνιο τόξο που κατέχει τη γνώση των αποχρώσεων, τον μοναχικό λύκο με τ΄ αετίσια φτερά πιασμένα περίτεχνα απ΄ τις άκρες των μαλλιών. Το κορίτσι ήλιος που ήδη μετρά πενήντα σκληρούς χειμώνες  και έχει θαμμένους όλους τους συγγενείς του στ΄ ανοιχτά των ερημικών εκτάσεων υποδέχεται ταπεινά τους επισκέπτες. Εκείνη που ονομάζεται κόκκινο μάτι σχεδόν τυφλή και ανήμπορη ψιθυρίζει τον μονότονο ρυθμό των ινδιάνικων σκοπών, έχοντας εδώ και αιώνες τελειώσει οριστικά με τούτο τον κόσμο. Ο Λεβύ σημειώνει τ΄ ακριβή τοπωνύμια, προβαίνει σε υπαινιγμούς για την ανεκτικότητα των νεαρών ινδιάνων που έχουν πια απωλέσει οριστικά το ρυθμό και την πνευματικότητα αυτής της πρώτης ύλης που στάθηκε η ουσία της αμερικανικής ηπείρου. Υποψήφιοι γερουσιαστές, φορείς της τοπικής εξουσίας, επιχειρηματίες που βασίζονται στα φθηνά, εργατικά χέρια των ινδιάνων συνωστίζονται στα υπαίθρια θέατρα, κάτω από υπεραιωνόβιες ακακίες και σπάνιες οικογένειες δενδρυλλίων, στοχαζόμενοι με συγκίνηση ετούτη την τόσο πληγωμένη πτυχή της αμερικανικής ιστορίας. Όταν ξεσπούν οι επιτηδευμένοι χοροί εκείνοι γελούν. Όμως έπειτα, καθώς αναλογίζονται τους παλιούς, εξημερωμένους ιδιοκτήτες ετούτου του κόσμου, ο νους τους ταράζεται και απρόσμενα ζητούν μ΄ επιδεικτικά χαμόγελα ν΄ αποχωρήσουν. Προτού χαθούν με τ΄ αργοκίνητα σεντάν προβαίνουν σε δεσμεύσεις, μοιράζουν δώρα και κλινοσκεπάσματα στα παιδιά, ακουμπούν στο μέρος της καρδιάς τ΄ άνθη που τους χαρίστηκαν. Ύστερα εγκαταλείπουν και πάλι αυτήν τη γνήσια και ανόθευτη Αμερική, συγκρατώντας ένα δυο πρόσωπα που ίσως φανούν χρήσιμα στα ετήσια ημερολόγια ή απλώς φαντάζουν βγαλμένα απ΄ αυτή την σιωπηλή κιβωτό της ανθρωπολογίας. Οι ζωώδεις μάσκες που κοσμούν τα γραφεία τους συμπυκνώνουν ένα πολύ επιφανειακό δείγμα της εθνικής, πολιτιστικής κληρονομιάς. Μιλούν γι΄ αυτές μ΄ εξαιρετική περηφάνια, προδίδοντας τη διάθεσή τους να επανασυνδεθούν με την πεπαλαιωμένη, αμερικανική μνήμη που ξεθωριάζει στις μεγαλουπόλεις και τα καπιτώλια και τα ιστορικά λευκώματα με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες εμπρός από βράχους και ακούραστες, συγκλονιστικές  πεδιάδες. Στη βιτρίνα του γραφείου λιγοστά εγχειρίδια της αμερικανικής, εθνικής υπόστασης. Ο Χένρι Λογκφέλλοου, Έμερσον και άλλοι. Μια αναμνηστική κορνίζα με τους τοποτηρητές του εθνικού πάρκου ανάμεσα σε φτερά πουλιών και ελεύθερα, άγρια άλογα. Τέτοια πράγματα φαντάζουν ενδιαφέροντα για τούτα τα μέρη. Όμως είναι πια υποθέσεις ξεχασμένες για την Νέα Υόρκη και τα λόμπι της πρωτεύουσας Ουάσινγκτον, τα κινήματα του νεοφιλελευθερισμού και τις μοντέρνες, ακτιβιστικές πρακτικές. Ο Λογκφέλλοου ανήκει στο παρελθόν, όπως και τα δροσερά τοπία και το θάρρος των παλαιών αγωνιστών. 
     Η σημερινή Αμερική βαδίζει το δρόμο ενός ελεύθερου έθνους, μ΄ όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που κλονίζουν ανεπανόρθωτα τους δεσμούς με την παράδοση και την καταγωγή της. Η επικερδέστατη, κινηματογραφική βιομηχανία της χώρας στήριξε ένα μέρος των κερδών της στις παλαιές, αυτές πεποιθήσεις. Τα παιδικά διηγήματα, οι μύθοι και ό,τι διασώζεται από τη θαυμαστή αυτή εποχή ανασύρονται σε ιδρύματα, μουσεία και παιδικές ζωγραφιές. Κάπως έτσι διαμορφώνεται το πνεύμα και το μέτρο της εποχής που αδυνατεί να κατατάξει την ιστορική αλήθεια, καθώς η τελευταία αναγορεύεται σε πρωταρχικό, φαντασιακό υλικό.
     Η υπόθεση της γενοκτονίας και του διωγμού των ινδιάνων συνιστά ένα ζήτημα τόσο μακρινό για την Ευρώπη του αειθαλούς διαφωτισμού. Με μοναδικό στοιχείο διασύνδεσης την αθρόα εισροή ιθαγενών στο εσωτερικό των βασιλείων της γηραιάς ηπείρου, η καταγωγή και το μαρτύριο αυτών των ανθρώπων παραμένουν μια πολύ συγκεχυμένη υπόθεση. Μόνο όταν διαμορφώνεται με πιο συγκεκριμένους όρους το αχανές, αμερικανικό έθνος είναι δυνατόν να κοινοποιηθεί σε ολόκληρο τον κόσμο αυτό το αιματοβαμμένο κομμάτι της ιστορίας. Οι νικητές σε μια επίδειξη ανθρωπιάς που τους καθιερώνει αποδίδουν αργά και εκ του ασφαλούς τις πρέπουσες τιμές απέναντι σ΄ έναν πολιτισμό καταδικασμένο στη λήθη και την εξάλειψη. Ίσως για τούτο το λόγο τα μνημεία, οι εκθέσεις, τα σύγχρονα μέσα, όπως η μόδα και τα επίκαιρα αλφάβητα που αντλούν απ΄ την τόσο φυσιολατρική ιστορική μυθολογία των Ινδιάνων. Ίσως γι΄ αυτό το λόγο τα διασωθέντα τοπωνύμια στην καρδιά της Αμερικής που θυμίζουν μια μάχη, ή τους μύθους των ατίθασων αλόγων που ιππεύονταν μονάχα απ΄ τους πιο ικανούς. Μ΄ άλλα λόγια ολόκληρος ο κόσμος παραχωρεί εκ νέου τα δώρα του στα πόδια αυτών των χαμένων ανθρώπων. Όπως τότε που η ειρήνη εξαγοραζόταν με τουρμαλίνες και γυάλινα σκεύη, βιτρό και σκαλιστά μαχαίρια ή παγούρια από δέρμα ζώου.
     Η μετάφραση του μακροσκελέστατου ποιήματος από τον Γιώργο Πρίμπα συνιστά μια πολύ βαθιά και ειλικρινή προσέγγιση στην πρακτική της διάσωσης των πολιτισμών. Η κοινοποίηση ενός τέτοιου υλικού στον Έλληνα αναγνώστη συνεπάγεται τη γνωριμία με την αμερικανική αλήθεια, πολύ πριν αυτή αφεθεί στο ξέφρενο παραμύθι του οπορτουνισμού. Η έκταση του ποιήματος είναι εκείνη που δικαιολογεί τον όρο τραγούδι. Ακριβώς όπως τα ελληνικά έπη διασώθηκαν στο στόμα κάθε γενιάς, έτσι και η πιο αυθεντική Αμερική συστήνεται στο κοινό, κουβαλώντας όλες τις πτυχές της εποχής αυτής. Μυστικές εσοχές και σύμβολα που ποτέ δεν θα κατανοήσουμε, ιχνηλατώντας την ίδια στιγμή τη σπουδαιότητα μια τέτοιας μαρτυρίας έπειτα από αιώνες σιωπής. Ο Γιώργος Πρίμπας είναι φανερό πως κατέβαλε μια τεράστια, μεταφραστική προσπάθεια προκειμένου ν΄ ανταπεξέλθει στις δυσκολίες του εγχειρήματος. Η μετάφραση ενός άγνωστου στο κοινό τραγουδιού διασώζει έναν μακρινό παλμό, ολότελα χαμένο πια. Το τραγούδι αυτό αφορά μια προστατευμένη μνήμη, μια πραγματικότητα ανέγγιχτη από την Αμερική που ευθυγραμμίζεται με τις λευκές πεποιθήσεις. Το τραγούδι αυτό έρχεται ν΄ αναδειχθεί σε σύμβολο για την ανήμπορη, ελληνική πραγματικότητα που καλείται να διασώσει όσο προλαβαίνει ακόμη, κάτι ελάχιστο απ΄ τους πολιτισμούς που συρρέουν και συνθέτουν την καινούρια, αισθητική πρόταση. Έτσι ώστε τ΄ αυριανά τραγούδια να μην μιλούν για τίποτε νεκρό και χειραγωγημένο. Το τραγούδι του Λογκφέλλοου είναι το τραγούδι ενός σκληρού λάθους.

Απόστολος Θηβαίος

19 Οκτωβρίου 2014

Είχα ξαναπεράσει από κει.







































[Θησείο, 18.10.2014 00.33]


Είχα ξαναπεράσει από κει.
Οδός τάδε, αριθμός τάδε στην περιοχή τάδε.
Από εκεί πάντα με θυμάμαι να περνάω.
Εγώ ο τυφλός: με άλλες λέξεις κάθε φορά.

17 Οκτωβρίου 2014

16 Οκτωβρίου 2014

Διασκεδάζοντας στην κηδεία [Ντόρα Βλάσση]



Όχι, δεν είναι έξω απ' τη λογική του νεοφιλελευθερισμού οι τέχνες και οι επιστήμες, ως μπίσνες, ως προνόμια μίας ψωροφαντασμένης “Sickeria” - όπως αποκαλεί ο Ηλίας Πετρόπουλος τις μαντάμ σουσούδες -, που πληρώνει τα σκατά που η εκάστοτε αυθεντία της πουλάει για χρυσάφι. Η πατροπαράδοτη ευρωπαϊκή - και όχι μόνο - μανία για τις περγαμηνές που υπολογίζονται πολύ περισσότερο απ' το ίδιο το έργο, οδηγεί στην προσαρμογή ακόμα και των λαϊκών τεχνών, στις επιταγές ενός ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και επιδίδεται - με τις ευλογίες, αυτού του κοινού που στέκεται χωρίς καμία κριτική διάθεση απέναντι στα έργα - να βρει κι αν δεν βρει να δημιουργήσει έναν πλασματικό λόγιο χαρακτήρα ντε και καλά .Είναι το κοινό που συγκροτούν οι κούφιοι άνθρωποι, όπως τους περιέγραψε ο Έλιοτ στο ομώνυμο έργο του : 
Ι.
Είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι
Είμαστε οι παραφουσκωμένοι άνθρωποι
Γέρνοντας μαζί
Με την περικεφαλαία γεμάτη με άχυρο. Αλίμονο!
[...] 
Μορφή δίχως φόρμα, σκιά δίχως χρώμα,
Δύναμη παραλυμένη, χειρονομία δίχως κίνηση˙
Εκείνοι που διέσχισαν
Με το βλέμμα ευθύ, στου θανάτου την άλλη Βασιλεία
Μας θυμούνται - όπως ήμασταν - όχι σαν χαμένες
λυσσαλέες ψυχές, αλλά μοναχά
Σαν τους κούφιους ανθρώπους
Τους παραφουσκωμένους ανθρώπους.

Με τις λαϊκές τέχνες, τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα βέβαια, καθώς ο ίδιος ακριβώς ο προσδιορισμός τους, μας δίνει τη σειρά των ιδιωμάτων αυτών, που τις καθιστούν αυτό που είναι. Είτε απλοϊκές είτε πολύπλοκες και βαθυστόχαστες είτε χιλιάδες άλλα πράγματα. Ακόμα και στη μελέτη των λαϊκών τεχνών συναντάει κανείς το ίδιο σύμπλεγμα, όταν αυτές πέφτουν θύμα του ακαδημαϊσμού ως φετιχισμού, που συχνά τελικά προσδίδουν σ’ αυτές τον ψευτολόγιο χαρακτήρα, που τις καθιστά περισσότερο καθωσπρέπει για το περιβάλλον αυτό, συχνά ευνουχίζοντας τες.
Εν τω μεταξύ παρελαύνει ως “νέο αίμα” ένας όχλος “καταπληκτικών” περιπτώσεων, που όταν ανάμεσά τους υπάρχει όντως έστω και μία περίπτωση που είναι καταπληκτική, προφανώς χάνεται μέσα σ' αυτήν την ισοπεδωτική συνθήκη, τη συνθήκη μέσα στην οποία άνθισε ο ακαδημαϊσμός ως φετίχ και άρχισε να βγάζει μια στρατιά ανέμπνευστων εκτελεστών που τα διαπιστευτήρια της καταπληκτικότητάς τους, είναι το βιογραφικό τους, είναι οι επαφές τους, είναι το κατά πόσο επικερδείς είναι οι μπίσνες που στήνουν μεταξύ τους, ακριβώς μέσα σε αυτό το καθωσπρέπει περιβάλλον απ' το οποίο προέκυψαν και το οποίο εν πολλοίς λειτουργεί σαν φυτώριο πανομοιότυπων χαρακτήρων, που κυρίως όταν το αντικείμενο τους έχει να κάνει με ένα λαϊκό είδος, γαλουχούνται αγνοώντας συνήθως ως εγκυκλοπαιδική πληροφορία και τίποτα περισσότερο την καταγωγή του και τα ιδιώματα που το έκαναν να ξεχωρίζει, εστιάζοντας στην μετεξέλιξη του και μόνο, γεγονός για το οποίο αποφάσισε, η “λογιοσύνη” των ευνουχιστών και για την επικράτηση του συνεπικούρησε η χαύνα στάση των εκπαιδευόμενων προς αυτήν την κατεύθυνση ευνούχων. Το καινούριο, η επινόηση, η εφεύρεση, η γένεση μιας νέας φόρμας, μιας άλλης πρότασης, η ανάδειξη μιας νέας πλευράς αυτού του ίδιου αντικειμένου, έχει χαθεί υπό την σκιά είτε των εκάστοτε “ιερών τεράτων” - λες και η τομή, ως απόπειρα και ως ρίσκο αφορούσε και αφορά μόνο στους παρελθόντες - είτε στην ασφάλεια της μανιέρας, της επανεκτέλεσης έστω κι αν αυτή είναι πιστή κτλ. Όμως... “Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ' αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους.” γράφει ο Εμπειρίκος στο ποίημα “Τριαντάφυλλα στο παράθυρο” της Υψικαμίνου.**
Η μαθητεία, ο παιδεμός και η μελέτη, η έρευνα και η θυμοβορά - εκτός απ’ το ότι πρωτίστως συνιστά προσωπική υπόθεση- είναι πράγματα εντελώς διαφορετικά ως προς το περιεχόμενο τους, απ' το κόλπο που έχει στηθεί και που ειδικότερα στην Ελλάδα, είναι ιδιωτική υπόθεση μιας κλειστής τάξης που λειτουργεί σύμφωνα με τους όρους του νεοφιλελευθερισμού σε όλο το φάσμα της δραστηριότητας της. Για όσο καιρό, ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων, στρέφονται ως κοπάδι, στην αυθεντία-βοσκό για να τους υποδείξει ποιός ή τι είναι “άριστον”, η μηχανή αυτή θα δουλεύει με το λαδάκι που αφήνει ο χειροκροτητής -μαριονέτα, το ανυποψίαστο γρανάζι, το νερό στο μύλο αυτής της επιχείρησης. Εν ολίγοις πρόκειται τελικά για το φαινόμενο της ετερονομίας, όπως το προσεγγίζει ο Κορνήλιος Καστοριάδης και το οποίο αναλόγως προσαρμόζεται και λειτουργεί σε βάρος της όποιας προσπάθειας για ατομική ή συλλογική αυτονομία.
Τα αποτελέσματα της χριστιανικής μας εκπαίδευσης: ο μεσσιανισμός, η τυφλή πίστη στην αυθεντία, η ασφάλεια της πεπατημένης όπως την υπαγορεύει η εκάστοτε ιερή βίβλος, ο εκάστοτε ιεροφάντης, η εμμονή με την ακραία εξειδίκευση (μια εκ των απαιτήσεων της αγοράς όπως αυτή λειτουργεί τώρα, σύμφωνα με τις επιταγές του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και συντηρητισμού), ο κομφορμισμός, η μικροαστική μιζέρια της άποψης “ό,τι δεν καταλαβαίνω είναι σπουδαίο” και η χριστιανική προτροπή “πίστευε και μη ερεύνα” που τελικά είναι το σκοταδιστικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο δρα ο άνθρωπος, ως μονάδα πλέον, στο πλαίσιο της χαμηλής του αυτοεκτίμησης, της φοβίας που τρέφει για την προσωπική έκθεση μέσω της αντίδρασης του ή μέσω μίας ανορθόδοξης κρίσης του, ο άνθρωπος του πνευματικού και κοινωνικού επαρχιωτισμού που στρέφει την προσοχή του στο βιογραφικό, στην εικόνα, στην αβρότητα κτλ του δημιουργού - εκτελεστή και όχι στο ίδιο το έργο, ο άνθρωπος που περιμένει πρωτίστως το πόρισμα της αυθεντίας αποφεύγοντας να πάρει το ρίσκο να απορρίψει το προϊόν ή έστω να διαφωνήσει με ζωτικό τρόπο ερχόμενος σε σύγκρουση με την άποψη της κυρίαρχης αριστοκρατίας των ειδικών, των επιχειρηματιών του πνεύματος και της τέχνης, που δραστηριοποιούνται εντός του πλαισίου της κεκτημένης τους θέσης ως μάνατζερ, επαγγελματίες διανοούμενοι, ειδικοί κτλ σε δημόσιους φορείς στη συντριπτική τους πλειοψηφία και όχι στον ερευνητικό και δημιουργικό στίβο αυτής της ίδιας της επιστήμης ή της τέχνης την οποία υποτίθεται ότι υπηρετούν.
Η μικρή απήχηση που έχουν πολλές απ’ τις προτάσεις τους, είναι γεγονός που δεν πτόησε καθόλου το εμπορικό δαιμόνιο των ενορχηστρωτών αυτής της επιχείρησης, αντιθέτως οδήγησε σε σχηματισμό της νέας απίθανης άποψης, ενός νέου κλισέ που λέει ότι το μικρό αυτό κοινό που αντιλαμβάνεται την ποιότητα του προϊόντος τους είναι εκλεκτό, διότι το ίδιο το προϊόν είναι για λίγους και καλούς και σε αυτούς απευθύνεται! Δεν χρειάζεται να γίνει λόγος εδώ, για τις εξαιρετικής ποιότητας περιπτώσεις, που έχουν προκαλέσει παγκόσμιο ενδιαφέρον και έχουν αγγίξει και το λιγότερο εξειδικευμένο κοινό - αυτό το ταπεινό και αχρείο!! Αυτές οι περιπτώσεις συνήθως κατατάσσονται σε ένα πάνθεον, το οποίο στέκει μακρινό και ιερό, σαν τον Θεό ας πούμε, που οι πιστοί καθώς και οι ιερείς του, θεωρούν αλάνθαστο και άρα μέγιστο λάθος έως και ύβρη το να τολμηθεί κάποια αποκαθήλωση μέσω μιας άλλης πιο αιρετικής προσέγγισης. Η υπέρβαση αυτών, η μερική λήθη που θα οδηγούσε σε μια νέα επινόηση πέρα απ' το έργο τους, σε μια άλλη εξέλιξη που θα φέρει τη χαρά της απροβλεψιμότητας ή και της ακαριαίας ή προοδευτικής αύξησης της εντροπίας, η αποκαθήλωση των ιερών αυτών τεράτων, δεν θα ευτυχίσουμε να πραγματοποιηθεί στον βαθμό που κάτι τέτοιο θα είχε προθέσεις δημιουργικές και θα οδηγούσε στον σχηματισμό ενός νέου αιτήματος και στην δημιουργία μιας άλλης πρότασης. Το συμφέρον της επιχείρησης είναι να αποτελούν περιπτώσεις ταξινομημένες και εκτεθειμένες σε βάθρα ως μουσειακά εκθέματα, άπιαστα και θεϊκά, φοβερές περιπτώσεις υπερανθρώπων που φωτίστηκαν απ' το άγιο πνεύμα... και ευλογήθηκαν από θεϊκό χέρι ή απ' το χέρι της μούσας να διαπρέψουν στον τομέα τους. Πρέπει να προστατευθούν απ' τους τορπιλιστές, απ' τους άθεους, απ' τους αιρετικούς και τους επηρμένους! Θα πρέπει να θαυμάζονται, να γίνονται προς τιμήν τους κατά καιρούς μνημόσυνα και να αφήνονται ως λείψανα στις μουσειακές τους θήκες, μέχρι να προκύψει κάποια οικονομικής φύσεως ανάγκη και να ξαναβγούν στο φως στο πλαίσιο ενός νέου μνημόσυνου.
Το ρίσκο που συχνά τα ιερά αυτά τέρατα μπορεί να δοκίμασαν, η ρηξικέλευθη περίπτωση τους, η τομή που τόλμησαν περιφρονώντας τα ιερά βιβλία της εποχής τους, τη νομοθεσία του ακαδημαϊσμού και τον στερεοτυπικό τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονταν και στην δική τους ενδεχομένως εποχή αυτό που λέμε “πρωτεργάτης”, “μαίτρ”, “μύθος”, “ιερό τέρας” κτλ. όλα αυτά είναι πράγματα που αφορούν σ’ αυτές τις αποθεωμένες πλέον περιπτώσεις, στις εξαιρέσεις, στους μύθους, στις ιδιοφυίες που ήδη ανήκουν σ’ αυτό το πάνθεον και ζήτημα αν μερικοί απ’ αυτούς είναι ακόμα ζωντανοί. Σήμερα δεν υπάρχει χώρος για εξαιρετικές περιπτώσεις στην πραγματικότητα – παρ’ όλες τις σχετικές κορώνες. Η ισοπέδωση της έννοιας “ταλέντο”, “ιδιοφυία”, “μελέτη” είναι ολοφάνερη στις στρατιές των “καταπληκτικών” που παρελαύνουν και που χαίρουν κάποια εύσημα μέσα στην ορισμένη μοναξιά της συντεχνίας και των χειροκροτητών της, χωρίς πραγματικό κοινό, χωρίς ουσιαστική αποδοχή. Η καθολικότητα αφορά - κατ’ αυτούς κι όταν χρησιμεύει αυτό ως δικαιολογία - στους “εμπορικούς”. Ο κόσμος είναι μiα λακκούβα γεμάτη με αδαείς, που δεν είναι σε θέση να καταλάβουν την περίπτωσή τους, παρόλο που παραδόξως, αμέτρητες φορές κατάλαβαν την όντως εξαιρετική περίπτωση των “ιερών τεράτων” που κάθε τόσο αυτοί οι ίδιοι μνημονεύουν και που γνώρισαν τι θα πει καθολική αποδοχή καταθέτοντας την πρόταση τους και τον εαυτό τους. Ωστόσο βρίσκουν έρισμα στα αντίστοιχα παραδείγματα ανθρώπων (επιστημόνων είτε καλλιτεχνών), που περιφρονήθηκαν εν ζωή για να αποθεωθούν μετά θάνατον. Ή σε άλλες περιπτώσεις που ούτε και μετά θάνατον εκτιμήθηκαν όσο τους άξιζε.  
Ένας υγιής νους γνωρίζει πως αυτά είναι σχετικά, ένας νους που απεργάζεται - για λογαριασμό της επιχείρησης του - την ποικιλία των περιπτώσεων τείνοντας να φτιάξει απόλυτες βεβαιότητες και άπιαστες ιερότητες, είναι ένας νους που έχει ως συμφέρον τη διατήρηση των ανισοτήτων, των μικροαστικών εμμονών περί των περγαμηνών και την ασφάλεια της συντεχνιακής φύσεως αλληλεπίδρασης των ατόμων που δρουν στους διαφόρους τομείς ως “εξαιρετικές περιπτώσεις” τις οποίες ωστόσο μόνο λίγοι μπορούν να εκτιμήσουν.
Και αυτή η κατάσταση, άρχισε να διαμορφώνεται μέσα από ζυμώσεις κοινωνικές και ταξικές, οι οποίες όμως δεν έφεραν αλλαγές προς την εξίσωση, αντιθέτως διατήρησαν την ταξική διαστρωμάτωση ως έχει και την ανισότητα αδιατάραχτη. Έτσι η καθολική παραδοχή, ενώ όσον αφορά πολλούς απ’ τους μακάριους που αναπαύονται στο πάνθεον στάθηκε η σημαντικότερη περγαμηνή που έφεραν, για τους ημέτερους που αν και είναι καταπληκτικοί στον τομέα τους δεν χαίρουν αυτής της τιμής, η καθολική παραδοχή ή εν πάση περιπτώσει η παραδοχή από πλευράς ενός υπολογίσιμου αριθμού ανθρώπων διαφορετικών καταβολών, τάξεων και μορφωτικού επιπέδου, δεν είναι πρωτεύον ζήτημα. Πρωτεύον ζήτημα είναι η αποδοχή της συντεχνίας - ακόμα για λόγους δημοσίων σχέσεων κτλ - και παράσημο η παραδοχή της εκλεκτής ακαδημαϊκής κοινότητας - παραδοχή η οποία συχνά εξυπηρετεί τις δύο πλευρές αναλόγως.
Αυτονόητο θεωρώ ότι όλες αυτές οι θέσεις δεν είναι απόλυτες, καθώς είναι αφύσικο όλες οι περιπτώσεις να είναι όμοιες, ωστόσο για όσο ακόμα οι “καταπληκτικότητες” είναι υπεράριθμες - αστείο πραγματικά, διότι τότε θα πρέπει σοβαρά να απορήσουμε γιατί άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης καθώς και οι ίδιοι αυτοί που παίζουν αυτό το επιχειρηματικό παιχνίδι αλληλοεξυπηρέτησης, διαμαρτύρονται συχνά για την πολιτιστική και πνευματική ένδεια της εποχής μας; - στο πέρασμα τους θα χάνονται οι πράγματι ενδιαφέρουσες περιπτώσεις ή θα εξισώνονται.
Δεν θα πρέπει ωστόσο να εστιάσουμε τόσο σ' όσους έχουν σοβαρά συμφέροντα να τρέφουν τέτοια στερεότυπα, όσο στον κόσμο και στον καθένα ξεχωριστά ως μονάδα, που επιλέγει φέροντας όλα τα μικροαστικά συμπλέγματα, το έργο που θα αποθεώσει. Που επιμένει στην σαθρή λογική την οποία απέκτησε μέσα απ' την χριστιανική παιδεία την οποία βρέθηκε υποχρεωμένος να υποστεί και την οποία στάθηκε ανίκανος να τινάξει από πάνω του κάποτε.
Με όλη μου την πεποίθηση κατατεθειμένη στο ανίερο, στην χαοτική ευτυχία της τέχνης και της επιστήμης, στους ανθρώπους που δρουν δια της τέχνης και όχι δια της συνήθειας***, σ' αυτούς που φιλοκαλούν μετ' ευτελείας και φιλοσοφούν άνευ μαλακίας****, με όλη μου την πεποίθηση στους λαούς και στον εκάστοτε άνθρωπο ξεχωριστά που φτιάχνουν τα πιο υψηλά φωνάζοντας την κουλτούρα τους την δημιουργημένη μέσα σε τρισεκατομμύρια ιούς, μικρόβια και άλλους μικροοργανισμούς της αγάπης, της εχθροπάθειας, της κακής τύχης, του θρήνου, της χαράς, του παιδεμού και της νίκης, της ζωής εν τέλει και όχι μέσα σε αποστειρωμένα περιβάλλοντα διαπλεκόμενων συμφερόντων κυριαρχικής φύσεως, συνοδεύω αυτό το κείμενο με την τελευταία live ηχογράφηση του John Coltrane, ένα έργο τέχνης στον αντίποδα του καθωσπρεπισμού, ακόμα λειτουργικό, λειτουργικότατο ειδικά μια μέρα σκληρού κυνηγιού και γλεντιού μέσα στην ζούγκλα, στην ωραία ελληνική πλατεία Ομονοίας και σε ένα φωτισμένο σαλόνι, όσο εξαιρετικά ποιοτικό και ακόμα επιστημονικώς ενδιαφέρον .Μια μουσική που ο λευκός “εκλεκτός” άνθρωπος περιφρόνησε μέχρι να ανακατευτεί μαζί της, να γοητευθεί απ' αυτήν, ΑΛΛΑ να την αποδεχτεί ολοκληρωτικά μόνο αφού την περιέλαβε και την ευνούχισε ορισμένως (συνεχίζοντας ως σήμερα μία ευρωπαϊκή πλέον εκδοχή), ψάχνοντας να της αποδώσει έναν λόγιο χαρακτήρα - τον λόγιο χαρακτήρα που δικαιολογούσε την παρέκκλιση του γούστου του απ' την εκλεπτυσμένη ευρωπαϊκή μουσική, στο είδος που επινόησαν οι απολίτιστοι κατ' αυτούς αφρικανοί -, εκεί οπού υπήρχε ένας χαρακτήρας κλάσεων ανώτερος, σημαντικότερος και αξιολογότερος απ' οποιαδήποτε λογιοσύνη. Μια λαϊκή θυμική αντίδραση, η ιστορία, το βάσανο και η λυσσασμένη οργή ενός αιωνίως αδικημένου λαού, με χιλιάδες αιτήματα και συμβάντα χωνεμένα μέσα στο μόνο μέσον που είχε για να αντιδράσει. Την τέχνη του.
Και ακόμα συνοδεύω αυτό το κείμενο με έναν πίνακα του Βαν Γκονγκ, του στοιχειού της ζωγραφικής που περιφρονήθηκε απ' όλους, απ’ τον κόσμο και ακόμα απ' την φωτισμένη κάστα των ακαδημαϊκών και των ειδημόνων, για να εκτιμηθεί εκ των υστέρων όταν είχε γίνει λείψανο. Ακόμα, με την τελευταία στροφή της “Πρέβεζας” του αηδιασμένου απ’ την ανεντιμότητα του μανδαρινισμού και την ασχήμια κάθε λογίς κυρίων-κυριών “Νομαρχών” Κώστα Καρυωτάκη.
[...] 
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
ένας πέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους, 
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία
Κι ακόμα συνοδεύω αυτό το κείμενο με τον πρώτο δίσκο του Coleman το εύλογο “Something else”, του ανθρώπου που πρωτοστάτησε στην εμφάνιση της free jazz,του μουσικού που έμαθε να παίζει με πλαστικό σαξόφωνο, που του απαγορευόταν στις μπάντες στις οποίες υπήρξε μέλος να σολάρει με τον δικό του τρόπο και που η πρόταση του αντιμετωπίστηκε αρχικά ως τραγική παραφωνία και λάθος, σε σημείο να υποστεί από ύβρεις έως και ξυλοδαρμό! Το 2007, τιμήθηκε με το βραβείο Grammy, κάτι που μόνο στα πιο τρελά του όνειρα θα μπορούσε να το ζήσει κάποτε... Τότε... πριν η jazz περάσει ολοκληρωτικά απ' την κολυμπήθρα του Σιλωάμ και βαπτισθεί στο ιερό ύδωρ της λογιοσύνης που τόσο εκτιμά ο λευκός άνθρωπος βγαίνοντας από κει καθαγιασμένη, λευκότερη και κομψευόμενη, για να καταλήξει από μουσική των μαύρων ανθρώπων που καταστερίστηκε παρασύροντας στον ρυθμό της όλη την υφήλιο, σε είδος μόνο για λίγους. Αγκαζάρω αυτόν, με τον ποιητικό διάλογο περί του “μαστροπού λαού” ανάμεσα στον Καρυωτάκη και τον Ρώμο Φιλύρα, που πέθανε έχοντας σώας τας φρένας στο Δρομοκαΐτειο, στο οποίο αποφάσισε να μετακομίσει τέλεια ξένος καθώς ήταν με τη δυσειδή παράνοια του “μαστροπού λαού” που έξω τον συνέθλιβε χλευάζοντας τον για την διαφορετικότητα του και χωρίς να δοθεί έως και σήμερα η σημασία που θα άξιζε στην ξεχωριστή του τέχνη. 

Ρώμος Φιλύρας “Άγειν Μοίρα”:
- Α, στο λαό πώς μ’ έριξεν η μοίρα,
πώς μ’ έκρουσε στη θείαν ανατροφή
και μ’ άφησεν ο δύσμοιρος και πήρα
τη χλεύη, τη βρισιά και τη ντροπή.

Όχλε λαέ, βαρβάρων σπέρμα νόθο,
πού την βρίσκεις την κρίση και χτυπάς
στη ρίζα τον ακόρεστό μου πόθο.
Α, μαστροπέ, στην άβυσσο με πας! 

Κώστας Καρυωτάκης “Υποθήκαι” (τελευταία στροφή)
- Άσε τα γύναια και το μαστροπό
Λαό σου, Ρώμε Φιλύρα.
Σε βάραθρο πέφτοντας αγριωπό,
κράτησε σκήπτρο και λύρα.

“Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια[...]. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεως μας” **είπε ο Ανδρέας Εμπειρίκος.


*Παραλλαγμένος στίχος απ’ την τελευταία στροφή του ποιήματος του Καρυωτάκη “Πρέβεζα”

** “Τριαντάφυλλα στο παράθυρο/Ανδρέα Εμπειρίκου”
Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ' αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της καθεμιάς ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεώς μας.
Α. Εμπειρίκος 
“Υψικάμινος” (Άγρα)

*** Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ’ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας
αγαπάμε το ωραίο με απλότητα και φιλοσοφούμε χωρίς μαλθακότητα
(ρητορική φράση του Περικλή που εκφώνησε στον Επιτάφιο λόγο του στον Κεραμεικό, όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης (2, 40,1).

**** ”οἱ μὲν [20] διὰ τέχνης οἱ δὲ διὰ συνηθείας” Αριστοτέλης (Περι ποιητικής) 


15 Οκτωβρίου 2014

Pierre Boulez conducts Anton Webern


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Εδώ ακούστε τα:
Passacaglia for orchestra, Op. 1
Movements for string quartet, Op. 5: No. 1, Heftig bewegt
Movements for string quartet, Op. 5: No. 2, Sehr langsam
Movements for string quartet, Op. 5: No. 3, Sehr bewegt
Movements for string quartet, Op. 5: No. 4, Sehr langsam
Movements for string quartet, Op. 5: No. 5, In zarter Bewegung
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 1, Etwas bewegte
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 2, Bewegte
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 3, Zart bewegte
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 4, Langsam marcia funebre
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 5, Sehr langsam
Pieces for orchestra, Op. 6: No. 6, Zart bewegt
Musikalisches Opfer (Musical Offering), BWV 1079: Fuga (Ricercata) A 6 Voci
German Dances for piano, D. 820
German Dances for piano, D. 820
Im Sommerwind, for orchestra
με τον Pierre Boulez και την  Berliner Philharmoniker.